Το Ισραήλ πιέζει για γενικευμένη ανάφλεξη στην περιοχή, την ώρα που οι ΗΠΑ ταλαντεύονται και η στρατηγική της «αλλαγής καθεστώτος» στο Ιράν επιστρέφει, προσπερνώντας τα οδυνηρά μαθήματα από το Ιράκω
Την ώρα που στη Γάζα εξακολουθούμε να έχουμε δεκάδες νεκρούς κάθε μέρα και μια συνεχιζόμενη ανθρωπιστική καταστροφή, το Ισραήλ δοκιμάζει να προχωρήσει στην πιο μεγάλη στρατιωτική επιχείρησή του ενάντια στο Ιράν εδώ και δεκαετίες θεωρώντας ότι η ηγεσία του Ιράν είναι πλέον αρκετά αποδυναμωμένη.
Είναι σαφές ότι ο πραγματικός στόχος δεν είναι απλώς οι εγκαταστάσεις του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν, καθώς ακόμη και εάν δεχτούμε ότι το Ιράν είχε προχωρήσει σε υψηλότερα ποσοστά εμπλουτισμού, απείχε πολύ από το να αποκτήσει όντως ένα όπλο που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί, κάτι που σημαίνει ότι η επίμονη ανακύκλωση αναφορών ότι μπορεί σε βραχύ χρόνο να αποκτήσει πυρηνικό όπλο μάλλον έχει την ίδια αξιοπιστία με τα συνειδητά ψεύδη Αμερικανών και Βρετανών το 2003 για τα διαβόητα όπλα μαζικής καταστροφής του Ιράκ. Ο πραγματικός στόχος του Ισραήλ είναι να μπορέσει να απαλλαγεί από μια δύναμη που αποτελεί αυτή που κατεξοχήν έχει σταθεί απέναντί του, ακόμη και εάν ήδη από την 7η Οκτωβρίου 2023 είχε φανεί ότι η ιρανική ηγεσία δεν επιθυμεί μια μεγάλης κλίμακας αντιπαράθεση με το Ισραήλ, προκρίνοντας τις διαπραγματεύσεις για το πυρηνικό πρόγραμμα με ορίζοντα την άρση των κυρώσεων ώστε να αντιμετωπίσει την κοινωνική δυσαρέσκεια που πηγάζει από την κατάσταση στην οικονομία, αλλά και από την επιμονή των πιο συντηρητικών κύκλων στην επίμονη αστυνόμευση ζητημάτων «ηθών».
Ουσιαστικά, αυτό που ήθελε η ηγεσία του Ισραήλ σήμερα, δηλαδή η σύμπραξη του Νετανιάχου με την ακροδεξιά, είναι να μπορέσει σε συνεργασία με τις ΗΠΑ να κατάγει τόσο ισχυρά πλήγματα στις υποδομές του Ιράν αλλά και να δολοφονήσει ικανό αριθμό μελών της ιρανικής ηγεσίες ώστε το καθεστώς της Ισλαμικής Δημοκρατίας είτε να οδηγηθεί σε μια καθολική αναδίπλωση είτε να καταρρεύσει.
Πόσο εύκολη είναι μια «αλλαγή καθεστώτος» στο Ιράν;
Βεβαίως, η «αλλαγή καθεστώτος» σε μια χώρα όπως το Ιράν δεν είναι μια τόσο εύκολη υπόθεση. Το Ιράν δεν είναι Συρία: οι θεσμοί της Ισλαμικής Δημοκρατίας ως ένα βαθμό επιτρέπουν να υπάρχουν διαφορετικές παρατάξεις και να υπάρχει μια δημόσια σφαίρα όπου κάποια πράγματα συζητιούνται. Υπάρχει κοινωνική δυσαρέσκεια, κυρίως εξαιτίας των επιπτώσεων των κυρώσεων, κάτι που κατά καιρούς οδηγεί σε μεγάλες λαϊκές κινητοποιήσεις, σε συνδυασμό με τον αρνητικό αντίκτυπο των συντηρητικών πρακτικών σε ζητήματα «ηθικής» και γυναικείας ενδυμασίας (αν και η αντίδραση σε αυτά είναι πιο έντονη στην Τεχεράνη παρά στο σύνολο της χώρας). Όμως, το καθεστώς διατηρεί μια νομιμοποίηση ως προς έναν πατριωτισμό και δεν υπάρχει κάποια άλλη πολιτική κατάσταση που θα μπορούσε να εκπροσωπήσει την κοινωνική πλειοψηφία, την ώρα που οι εκλογές που γίνονται, έστω και με τους περιορισμούς ως προς την επιλογή των υποψηφίων, επιτρέπουν να υπάρχει κάποια έκφραση της λαϊκής βούλησης.
Αυτό σημαίνει ότι αυτό που παρουσιάζεται ως επιδίωξη «αλλαγής καθεστώτος» στην πραγματικότητα είναι μια προσπάθεια να υπάρξει περισσότερο μια διαδικασία αποσταθεροποίησης στα όρια του χάους. Αυτό θα περιλάμβανε πέρα από πολύ μεγάλα πλήγματα στις πυρηνικές υποδομές, τη φυσική εξόντωση της ιρανικής ηγεσίας, ξεκινώντας από τον ίδιο τον Αλί Χαμενεΐ, που έχει πλέον στοχοποιηθεί ανοιχτά, την εμφάνιση διαλυτικών τάσεων εντός Ιράν, ξεκινώντας από την πυροδότηση αποσχιστικών κινημάτων των μειονοτήτων που ζουν εντός Ιράν (Κούρδων, Αζέρων, Βελούχων), σε ένα φαύλο κύκλο εσωτερικής αποσταθεροποίησης και βίας και κατάρρευσης των κρατικών δομών.
Μέχρι τώρα δεν φαίνεται στο Ιράν να εμφανίζεται μια τέτοια δυναμική αποσταθεροποίησης. Ο τρόπος που το Ισραήλ προχώρησε μια εμφανώς επιθετική ενέργεια, παραβιάζοντας για άλλη μια φορά το διεθνές δίκαιο, σε συνδυασμό με τον εκβιαστικό τόνο των αμερικανικών παρεμβάσεων, έχει προκαλέσει ανησυχία, όμως ακόμη και συλλογικότητες και άνθρωποι εχθρικοί προς το καθεστώς, συμπεριλαμβανομένων πολιτικών κρατουμένων, έχουν καταγγείλει τις ισραηλινές επιθέσεις και τις αμερικανικές παρεμβάσεις.
Αυτό σημαίνει ότι η «πλήρης παράδοση» στην οποία αναφέρθηκε ο Ντόναλντ Τραμπ θα απαιτήσει βομβαρδισμούς και καταστροφές σε βάθος χρόνου και πολύ μεγαλύτερες καταστροφές σε υποδομές. Γιατί βέβαια δεν είναι τυχαίο ότι κανένας δεν μιλάει για κάποιου είδους χερσαία επιχείρηση.
Αυτό μπορεί να εξηγήσει και γιατί είναι τόσο σημαντική η αμερικανική βοήθεια. Αυτή τη στιγμή η δυνατότητα του Ισραήλ να κάνει τόσο ισχυρά πλήγματα στο Ιράν είναι πεπερασμένη, την ώρα που παραμένει ευάλωτο στις ιρανικές επιθέσεις, που μπορεί να μην είναι καθόλου συμμετρικές προς τις ισραηλινές ως τον αντίκτυπο, όμως κατορθώνουν να πλήττουν την εικόνα και αίσθηση ενός «άτρωτου» Ισραήλ. Η αμερικανική συμμετοχή δεν θα αφορά μόνο τη χρήση των πολύ μεγάλων διατρητικών βομβών που μόνο οι ΗΠΑ διαθέτουν, αλλά και τη συνολικότερη ικανότητα παρατεταμένων βομβαρδισμών και καταστροφών για όσο χρειαστεί.
Ωστόσο, ακόμη και μια τέτοια κατεύθυνση δεν είναι δεδομένο ότι μπορεί να φέρει μια τέτοια εξέλιξη. Με έναν τρόπο πιο πιθανό είναι τα ιστορικά ενδεχόμενα να είναι είτε η μεγαλύτερη συσπείρωση γύρω από το καθεστώς είτε η κατρακύλα σε ένα επικίνδυνο εμφύλιο χάος που με τη σειρά του θα μπορούσε να έχει αντίκτυπο και σε γειτονικές χώρες, ξεκινώντας από το Ιράκ.
Η εμπειρία του Ιράκ
Ας μην ξεχνάμε ότι υπάρχει και το προηγούμενο του Ιράκ. Και εκεί χρειάστηκε να κατασκευαστεί μια απειλή που δεν υπήρχε στην πραγματικότητα με βασικό σκοπό να υλοποιηθεί το σχέδιο μιας συγκεκριμένης και πολύ επιθετικής μερίδας του αμερικανικού κατεστημένου για μια «νέα Μέση Ανατολή» και για ένοπλη εξαγωγή δημοκρατίας και οικονομίας της αγοράς. Εκμεταλλευόμενοι τη συγκυρία γύρω από την 11 Σεπτεμβρίου 2001 και παρότι το Ιράκ και ο Σαντάμ Χουσεΐν δεν είχαν καμία σχέση με την Αλ Κάιντα άρχισαν να καλλιεργούν την ανάγκη για νέο πόλεμο κατά του ήδη πολύ αποδυναμωμένου από τις κυρώσεις Ιράκ και τελικά προχώρησαν στη διαμόρφωση της «συμμαχίας των προθύμων» και στην εκκίνηση του πολέμου.
Οι φαινομενικά εντυπωσιακές επιτυχίες της συμμαχίας γύρω από τις ΗΠΑ στις πρώτες φάσεις του πολέμου οδήγησαν τον Αμερικανό πρόεδρο Τζωρτζ Μπους να εμφανιστεί την πρωτομαγιά του 2003 στο κατάστρωμα του αεροπλανοφόρου USS Abraham Lincoln και να πανηγυρίσει τη νίκη κάτω από ένα πανό που έγραφε “Mission Accomplished” (Αποστολή εξετελέσθη), δήλωση που έμελλε να διαψευστεί καθώς κάθε άλλο παρά είχαν τελειώσει οι επιχειρήσεις, με αλλεπάλληλα κύματα ιρακινής αντίστασης και από ένα σημείο και μετά και έναν εμφύλιο πόλεμο, μέσα από τον οποίο προέκυψε και το φαινόμενο του Ισλαμικού Κράτους. Με ένα κόστος τεράστιο για τις ΗΠΑ που περιλάμβανε 4492 νεκρούς αμερικανούς στρατιώτες, 32292 τραυματίες, πάνω από ένα τρισεκατομμύριο δολάρια και βέβαια εκατοντάδες χιλιάδες νεκρούς Ιρακινούς.
Για να μην αναφερθούμε στην αντίστοιχη επέμβαση στο Αφγανιστάν όπου όχι μόνο οι Ηνωμένες Πολιτείες αναγκάστηκαν να αποχωρήσουν τον Αύγουστο του 2021 αλλά είδαν να επιστρέφουν στην εξουσία οι Ταλιμπάν, αυτοί ακριβώς που οι ΗΠΑ προσπάθησαν να ανατρέψουν το 2001 όταν ξεκίνησε η επέμβαση.
Αμερικανικές ταλαντεύσεις
Αυτό μπορεί να εξηγήσει γιατί υπάρχει μια πραγματική ταλάντευση στις ΗΠΑ συμπεριλαμβανομένης και μιας διαίρεσης της ίδιας της βάσης του Τραμπ. Από τη μια, συγκεκριμένα τμήματα του αμερικανικού στρατιωτικού και διπλωματικού κατεστημένου επιμένουν στην ανατροπή της Ισλαμικής Δημοκρατίας, θεωρώντας ότι εξακολουθεί να είναι μια δύναμη απειλητική για τη Δύση και το Ισραήλ. Αυτό φαίνεται και από δηλώσεις των τελευταίων ημερών υπέρ της ανάγκης πολεμικών επιχειρήσεων με στόχο το πυρηνικό πρόγραμμα και την ιρανική ηγεσία. Όλοι αυτοί εκτιμούν ότι το Ιράν είναι σχετικά αποδυναμωμένο, κυρίως μετά τις εξελίξεις στο Λίβανο και τα πλήγματα στη Χεζμπολάχ και την απώλεια της Συρίας ως στρατηγικού συμμάχου, ενώ θεωρούν ότι ούτε τη Ρωσία ούτε η Κίνα θα σπεύσουν προς ενίσχυση του Ιράν πέραν των ρητορικών δηλώσεων. Από την άλλη, ο ίδιος ο Τραμπ και ένα κομμάτι των υποστηρικτών του το προηγούμενο διάστημα είχαν υιοθετήσει μια γραμμή ενάντια στους forever wars των προηγούμενων δεκαετιών. Τώρα φαίνεται ακόμη και ο Τραμπ να ταλαντεύεται, χωρίς να είναι σαφές εάν οι αναφορές του υπέρ μιας συμμετοχής των ΗΠΑ να είναι πίεση προς την ιρανική κυβέρνηση ή πραγματική αλλαγή στάσης.
Την ίδια στιγμή η ευρωπαϊκή ανησυχία για οποιαδήποτε άμεση εμπλοκή των ΗΠΑ και κλιμάκωση των επιχειρήσεων (αλλά και αμηχανία γιατί τώρα η Ευρώπη βλέπει και το κόστος της πλήρους ταύτισης μέχρι τώρα με όλες τις ισραηλινές επιλογές) αποτυπώνει τον φόβο για την όλη εξέλιξη.
Και βέβαια όλες αυτές οι ταλαντεύσεις αφετηρία έχουν ακριβώς ότι δεν είναι καθόλου δεδομένο ότι θα πρόκειται για μια σύντομη επιχείρηση των ώρα που τα κόστη μπορεί να είναι μεγάλα. Καταρχάς προς το παρόν το Ιράν δείχνει να μπορεί να απαντά ως ένα βαθμό. Έπειτα, οι ΗΠΑ διαθέτουν μεγάλο αριθμό βάσεων στην περιοχή που θα μπορούσαν να βρεθούν στο στόχαστρο, ιδίως εάν ενεργοποιηθούν οργανώσεις με φιλοϊρανικό προσανατολισμό. Το Ιράν έχει τη δυνατότητα να παρεμποδίσει σε μεγάλο βαθμό την ελεύθερη ναυσιπλοΐα στα Στενά του Ορμούζ από όπου περνάει καθημερινά περίπου το 20% της παγκόσμιας κατανάλωσης πετρελαίου.
Αυτό αποτυπώνει και μια ασυμμετρία στο πώς αντιμετωπίζουν το θέμα και το κόστος το Ισραήλ και οι ΗΠΑ. Το Ισραήλ ούτως ή άλλως επενδύει στην παρατεταμένη αναταραχή και αποσταθεροποίηση με αμερικανική εμπλοκή γιατί η ισραηλινή ηγεσία θεωρεί ότι αυτό αφαιρεί μέρος από την πολιτική πίεση για τη συνεχιζόμενη βία στη Γάζα, στην οποία πλέον όλο και περισσότεροι αποδίδουν γενοκτονική πρόθεση. Ακόμη περισσότερο, τους επιτρέπει να παρουσιάζουν αυτά που κάνουν στη Γάζα ως τμήμα ενός συνολικότερου «δυτικού» πολέμου. Επομένως, ακόμη και μια παρατεταμένη αποσταθεροποίηση είναι επιθυμητή για την ισραηλινή κυβέρνηση, χωρίς αυτό να είναι το ίδιο αυτονόητο για όλους τους συμμάχους του. Κάτι που εξηγεί και γιατί το Ισραήλ συνεχίζει τις δικές του επιθέσεις, θεωρώντας ότι με αυτό τον τρόπο εξωθεί ακόμη περισσότερο και τις ΗΠΑ σε μια ανάλογη επιλογή.