Οι εξαγγελίες της κυβέρνησης στη ΔΕΘ παρουσιάστηκαν από την ίδια και τα προσκείμενα ΜΜΕ ως ένα πακέτο ανακούφισης για τα νοικοκυριά. Στην πραγματικότητα, όμως, αποδείχτηκαν για άλλη μια φορά ανεπαρκείς για τα χαμηλά εισοδήματα. Η μείωση των φορολογικών συντελεστών ευνοεί κυρίως τα μεσαία και υψηλότερα στρώματα, ενώ για τους χαμηλόμισθους και τους χαμηλοσυνταξιούχους η διαφορά είναι αμελητέα, σε σημείο να μεταφράζεται σε λίγα λεπτά του ευρώ την ημέρα. Όσοι ζουν με τον κατώτατο μισθό ή με συντάξεις φτώχειας δεν έχουν να περιμένουν τίποτα ουσιαστικό από αυτά τα μέτρα.
Η εικόνα αυτή αντικατοπτρίζει τον ίδιο τον ταξικό χαρακτήρα της πολιτικής που εφαρμόζεται: συνεχής συμπίεση για εκείνους που ζουν στο όριο. Η κυβέρνηση δεν κρύβει ότι δεν σκοπεύει να ενισχύσει ουσιαστικά τους πιο αδύναμους. Στόχος της είναι να διατηρήσει την κοινωνική δυσαρέσκεια διαχειρίσιμη, δίνοντας ψίχουλα για να αποφευχθούν μαζικές αντιδράσεις.
Ωστόσο, η πραγματικότητα που βιώνουν οι εργαζόμενοι και οι νέοι δεν μπορεί να εξωραϊστεί με επικοινωνιακές κινήσεις. Η ακρίβεια, η ανεργία, η εργασιακή ανασφάλεια, η διάλυση της δημόσιας υγείας, η εμπορευματοποίηση των δημόσιων αγαθών, τα σκάνδαλα τροφοδοτούν καθημερινά μια κοινωνική οργή που συσσωρεύεται. Αυτήν την οργή φοβάται η κυβέρνηση, και συνολικά το αστικό πολιτικό σύστημα. Γιατί ακόμα σήμερα δεν υπάρχει διαμορφωμένος εναλλακτικός κυβερνητικός πόλος που να λειτουργήσει ως βαλβίδα εκτόνωσης.
Ο δρόμος για τους εργαζόμενους είναι η μετατροπή της οργής τους σε οργανωμένη δύναμη αγώνα. Να μη χαθεί σε απογοήτευση ή ανάθεση, αλλά να βρει έκφραση σε μαζικές κινητοποιήσεις, σε σωματεία και συλλογικές διαδικασίες που θα στοχεύουν στην ανατροπή αυτής της πολιτικής. Γιατί μόνο μέσα από την ενότητα και τη μαχητική δράση μπορεί να ανοίξει ο δρόμος για μια κοινωνία που θα βάζει στο κέντρο τις ανάγκες των πολλών και όχι τα κέρδη των λίγων.