Η Amazon ανακοίνωσε ότι θα προχωρήσει σε απολύσεις έως και 30.000 εργαζομένων στις εταιρικές υπηρεσίες, ξεκινώντας αυτή την εβδομάδα. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη μείωση προσωπικού από τα τέλη του 2022, όταν είχαν καταργηθεί περίπου 27.000 θέσεις. Οι απολύσεις αυτές αντιστοιχούν σχεδόν στο 10% των 350.000 εργαζομένων της εταιρείας στον εταιρικό τομέα, ενώ ο συνολικός αριθμός των εργαζομένων της φτάνει τα 1,55 εκατομμύρια.
Η διοίκηση της Amazon, υπό τον διευθύνοντα σύμβουλο Άντι Τζάσι, δικαιολογεί τις απολύσεις ως μέρος μιας πολιτικής «περικοπής κόστους» και «αντιμετώπισης της υπερπρόσληψης» κατά την περίοδο της πανδημίας. Στην πραγματικότητα, όμως, εντάσσονται σε μια στρατηγική αύξησης της παραγωγικότητας της εργασίας μέσω της εκτεταμένης χρήσης της τεχνητής νοημοσύνης και της αυτοματοποίησης. Ο ίδιος ο Τζάσι είχε δηλώσει ότι η χρήση εργαλείων τεχνητής νοημοσύνης θα οδηγήσει σε περαιτέρω απολύσεις, καθώς οι επαναλαμβανόμενες εργασίες μπορούν να εκτελούνται πιο «αποτελεσματικά» από μηχανές.
Η Amazon έχει ήδη μειώσει θέσεις σε τμήματα όπως οι συσκευές, οι επικοινωνίες, το podcasting και το ανθρώπινο δυναμικό. Αυτή τη φορά, επηρεάζονται κρίσιμες μονάδες όπως το People Experience and Technology (PXT), οι λειτουργίες, οι υπηρεσίες, ακόμη και το τμήμα υπολογιστικού νέφους AWS. Η τελευταία αυτή μονάδα, η πιο κερδοφόρα της εταιρείας, παρουσίασε πωλήσεις δεύτερου τριμήνου ύψους 30,9 δισεκατομμυρίων δολαρίων, αύξηση 17,5%, αλλά αρκετά χαμηλότερη από την ανάπτυξη των ανταγωνιστών της, της Microsoft και της Google. Η πίεση για διατήρηση υψηλών ποσοστών κερδοφορίας μεταφέρεται επομένως στους εργαζόμενους.
Η ίδια εταιρεία σχεδιάζει ταυτόχρονα να προσλάβει 250.000 εποχικούς εργαζόμενους για την περίοδο των γιορτών, αποκαλύπτοντας το παράλογο ενός συστήματος που απολύει χιλιάδες σταθερούς υπαλλήλους την ίδια στιγμή που εξαναγκάζεται να προσλάβει προσωρινούς, χαμηλόμισθους εργάτες για να στηρίξει τον κύκλο κερδών της.
Η τεχνητή νοημοσύνη χρησιμοποιείται σήμερα από την Amazon και τα υπόλοιπα μονοπώλια του τεχνολογικού τομέα ως εργαλείο αύξησης της κερδοφορίας και ενίσχυσης της εκμετάλλευσης. Μέσω της αυτοματοποίησης, μειώνονται οι ανάγκες σε εργατικό δυναμικό, εντατικοποιείται η εργασία όσων απομένουν και παράγεται μεγαλύτερη υπεραξία με λιγότερους ανθρώπους.
Κι όμως, η τεχνητή νοημοσύνη είναι βαθιά κοινωνικό προϊόν. Είναι το αποτέλεσμα της συλλογικής ανθρώπινης εργασίας και σκέψης, της επεξεργασίας δεδομένων που προέρχονται από δισεκατομμύρια ανθρώπινες δραστηριότητες. Στηρίζεται στη γνώση, στη δημιουργικότητα και στην εμπειρία της κοινωνίας συνολικά. Με αυτήν την έννοια, ανήκει στην ανθρωπότητα και όχι στα μονοπώλια που τη μετατρέπουν σε μοχλό κέρδους.
Η τεχνητή νοημοσύνη, σε συνδυασμό με την πρόοδο άλλων τεχνολογικών κλάδων (ρομποτική, βιοτεχνολογία, αυτοματοποίηση, ενέργεια) θα μπορούσε να αποτελέσει το εργαλείο για την απελευθέρωση του ανθρώπου από την καταναγκαστική εργασία, για τη μείωση του εργάσιμου χρόνου, για την αξιοποίηση των επιστημονικών και δημιουργικών δυνατοτήτων προς όφελος της κοινωνίας. Είναι ένα από τα θεμελιώδη υλικά προαπαιτούμενα για την οικοδόμηση μιας κομμουνιστικής κοινωνίας όπου η εργασία θα είναι ελεύθερη, δημιουργική και κοινωνικά αναγκαία.
Στο πλαίσιο του καπιταλισμού, όμως, η ίδια αυτή τεχνολογική πρόοδος μετατρέπεται σε μέσο εκτοπισμού εργαζομένων, συγκέντρωσης πλούτου και επέκτασης της εκμετάλλευσης. Ο άνθρωπος εξοικονομεί χρόνο και κόπο, αλλά όχι για τον εαυτό του. Η μηχανή δεν τον απελευθερώνει, τον αντικαθιστά.
Η χρήση της τεχνητής νοημοσύνης είναι επομένως ζήτημα ταξικό. Μόνο μια κοινωνία που θα έχει κοινωνικοποιήσει τα μέσα παραγωγής και την επιστημονική γνώση, που θα οργανώνει την παραγωγή με κριτήριο τις κοινωνικές ανάγκες και όχι τα κέρδη, μπορεί να αξιοποιήσει την τεχνητή νοημοσύνη ως δύναμη απελευθέρωσης του Ανθρώπου.
 
															






