Εργατικός Αγώνας

Η επανάσταση του 1821: Χαρακτήρας-αντιφάσεις-αποτέλεσμα

Του Γιώργου Πετρόπουλου.

Η επανάσταση του 1821 υπήρξε ο πρώτος μεγάλος σταθμός στην ιστορία του νεοελληνικού έθνους. Ως αποτέλεσμά της είχε την απελευθέρωση ενός τμήματος της Ελλάδας και τη συγκρότηση κράτους.

Ταυτόχρονα όμως η επανάσταση αυτή υπήρξε μεγάλος σταθμός και της ευρωπαϊκής ιστορίας αφού έθιγε την καρδιά του κορυφαίου διεθνούς προβλήματος εκείνης της εποχής, την καρδία του λεγόμενου ανατολικού ζητήματος. Αποκάλυψε σε όλο τον κόσμο την παρακμή της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και απέδειξε ότι η κατάρρευσή της ήταν ζήτημα χρόνου. Εκ των πραγμάτων, λοιπόν, λειτούργησε  αφυπνιστικά για μια σειρά λαούς και εθνικά κινήματα που ζούσαν κάτω από την κυριαρχία του σουλτάνου, γεγονός που την έφερνε σε αντίθεση με το διεθνές σύστημα ισορροπιών που είχαν επιβάλει οι μεγάλες δυνάμεις της εποχής αφού δημιούργησε ισχυρό ρήγμα στο περιβόητο Στάτους κβο. Έτσι ανάγκασε τόσο τους Οθωμανούς, όσο και τους ισχυρούς (Αγγλία, Ρωσία, Γαλλία, Αυστρία) να επανεξετάσουν και να τροποποιήσουν σημαντικά την πολιτικής τους στο φλέγον ζήτημα της Ανατολής.

Η ελληνική επανάσταση, παρά τις αντιφάσεις, τους δισταγμούς και τις ελλείψεις της, έχει όλα τα κοινωνικά και πολιτικά χαρακτηριστικά μιας επανάστασης- ανεξαρτήτως του πως αυτά θα μορφοποιηθούν στην προετοιμασία, την πορεία και την εξέλιξή της- και μάλιστα σε μια εποχή που, όπως θα φανεί απ’ όσα θα πούμε στη συνέχεια, χαρακτηριζόταν από την αντεπίθεση των αντεπαναστατικών δυνάμεων και από μια αναδίπλωση της αστικής τάξης και εγκατάλειψη σημαντικού μέρους του ριζοσπαστικού της προγράμματος. Αυτό και μόνο το στοιχείο της προσδίδει μια εξέχουσα ιστορική σημασία και μια διαχρονικότητα ως προς τα μηνύματα που εκπέμπει αφού διδάσκει σε όλους τους τόνους και μ’ όλους τους τρόπους πως η πρόοδος του ανθρώπου, η έξοδος του από τα πλαίσια κατεστημένων κοινωνικοπολιτικών σχέσεων και μορφών δεν μπορεί να γίνει αλλιώς παρά μόνο μέσα από ριζικές ρήξεις μ’ αυτές, με τρόπο δηλαδή επαναστατικό.

Προσεγγίζοντας ορισμένες βασικές- κατά τη γνώμη μας- πλευρές της επανάστασης του ’21, δεν έχουμε καμιά άλλη φιλοδοξία παρά μόνο να παρακινήσουμε στη βαθύτερη μελέτη της αφού πέραν των άλλων η μελέτη μιας επανάστασης- όσο κι αν φαντάζει μακρινή- πάντοτε έχει φρέσκα πράγματα να μας δώσει, ιδιαίτερα σε εποχές σαν τη σημερινή.

 

Ορισμένες εσωτερικές αντιφάσεις της επανάστασης

Για να οργανωθεί, εκδηλωθεί και πετύχει μια επανάσταση χρειάζεται να την ευνοούν οι αντικειμενικές συνθήκες, να στηρίζεται σε μια επαναστατική κοινωνική πρωτοπορία και σε κατάλληλη οργάνωση που θα την προετοιμάσει, σε μια επαναστατική ιδεολογία και σ’ ένα πρόγραμμα κοινωνικών και πολιτικών μεταρρυθμίσεων το οποίο θα συνεπάρει και θα συσπειρώσει γύρω του την πλειοψηφία των λαϊκών μαζών.

Οι αντικειμενικές συνθήκες ευνοούσαν την εκδήλωση της ελληνικής επανάστασης. Το παλιό φεουδαρχικό καθεστώς- με τις όποιες παραλλαγές του- έπνεε τα λοίσθια διεθνώς και η Οθωμανική Αυτοκρατορία ειδικότερα είχε πλέον πάρει την αντίστροφη πορεία της που αργά ή γρήγορα θα την έθετε εκτός ιστορικού προσκηνίου. Από την άλλη η ανερχόμενη αστική τάξη υπογράμμιζε το περιεχόμενο των κοινωνικών αλλαγών που αλλού κυοφορούνταν κι αλλού έπαιρναν σάρκα και οστά. Η βιομηχανική επανάσταση, ως επανάσταση οικονομική, και η ανάπτυξη των εμπορικών σχέσεων είχαν αποδείξει το ιστορικά ξεπερασμένο των φεουδαρχικών σχέσεων παραγωγής. Η μεγάλη Γαλλική επανάσταση είχε φέρει στο προσκήνιο της ιστορίας τις πλατιές λαϊκές μάζες αποκαλύπτοντας σε όλες του τις διαστάσεις το κοινωνικό περιεχόμενο των οικονομικών εξελίξεων. Η διαμόρφωση των εθνικών συνειδήσεων προχωρούσε αλματωδώς. Και, φυσικά, δίπλα σ’ αυτή την πραγματικότητα ξεδιπλωνόταν η αντίδραση της παλιάς κοινωνίας που αρνούνταν να πεθάνει οικειοθελώς αλλά και ο συντηρητισμός απέναντι σε μη ελεγχόμενες επαναστατικές εξελίξεις των ανώτερων τμημάτων της αστικής τάξης που είχαν τρομοκρατηθεί μπρος στην απελευθέρωση τεραστίων λαϊκών μαζών που είχε προκαλέσει η επανάσταση των Γάλλων.

Δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι η επανάσταση του ’21 είναι μια δευτερογενής επανάσταση, έρχεται, δηλαδή, σε μια περίοδο συντηρητικής αναδίπλωσης στην Ευρώπη όπου τόσο η αστική τάξη όσο και οι φεουδάρχες έχουν διδαχτεί πολλά από το προηγούμενο κύμα επαναστάσεων και ασφαλώς έχουν πάρει τα μέτρα τους. Έτσι η Ελληνική επανάσταση εγκαινιάζει ένα νέο, τρίτο, τύπο επαναστάσεων- μετά τη αγγλική (βιομηχανική) και τη Γαλλική-, τον εθνικοαπελευθερωτικό που ναι με μεν κοινωνικά είναι μια αστική επανάσταση γιατί ηγέτης σε αυτήν είναι η αστική τάξη αλλά διακρίνεται από το περιορισμένο βάθος του κοινωνικού της προγράμματος  αφού κυρίως στρέφεται γύρω από το αίτημα της εθνικής αποκατάστασης με  την δημιουργία ανεξάρτητου εθνικού κράτους.

Το ρόλο της επαναστατικής πρωτοπορίας στην επανάσταση του ’21 ανέλαβαν, αρχικά, να παίξουν τα πιο ριζοσπαστικά τμήματα της αστικής τάξης της εποχής- μικρέμποροι και διανοούμενοι- που ταυτόχρονα ήταν και τα λιγότερο οικονομικά ανεπτυγμένα στο εσωτερικό της, βρίσκονταν κοντά στο λαό και γι’ αυτό ήταν τα πιο δεκτικά στις επαναστατικές ιδέες αφού- πέραν των άλλων- δεν είχαν πολλά πράγματα να χάσουν. Αντίθετα μόνο σε οφέλη μπορούσαν να προσδοκούν από την απελευθέρωση των παραγωγικών δυνάμεων που θα προκαλούσε η επικράτηση της επανάστασης.

Η επαναστατική αυτή πρωτοπορία συλλαμβάνει γρήγορα την ανάγκη της οργάνωσης στην οποία και ανταποκρίνεται με την συγκρότηση των λεγόμενων εταιρειών (Βλέπε: Εταιρεία του Ρήγα, Ελληνόγλωσσο Ξενοδοχείο, Φιλόμουσος Εταιρεία, Φιλική Εταιρεία). Πιο αποτελεσματική αποδείχτηκε η εταιρεία των φιλικών που ιδρύθηκε στην Οδησσό το 1814 από τους Ν. Σκουφά, Εμ. Ξάνθο και Αθ. Τσακάλωφ. Η εταιρεία αυτή αφομοίωσε τις καλύτερες αρχές οργανωτικής συγκρότησης της εποχής (της οργάνωσης των μασόνων και των Ιταλών καρμπονάρων) αλλά δεν μπόρεσε ποτέ να βαθύνει στο κοινωνικό της πρόγραμμα. Π.χ. ουδέποτε κατάφερε να αποκτήσει ένα ριζοσπαστικό πρόγραμμα για το ζήτημα της γης και να ανταποκριθεί στους πόθους της μεγάλης μάζας του λαού, των ακτημόνων και των μικροϊδιοκτητών. Σ’ αυτό συντέλεσε- πέραν των άλλων- και το γεγονός ότι γρήγορα το πάνω χέρι στις γραμμές της και στην ηγεσία του επαναστατικού αγώνα πήρε η συμμαχία των ισχυρών, οικονομικά, αστών με τους κοτζαμπάσηδες και τον ανώτερο κλήρο, μια συμμαχία που διατηρούσε ισχυρούς δεσμούς με τον εξωτερικό παράγοντα.

Η ψυχή, η προϋπόθεση επιτυχίας και η δύναμη που χάρισε τη νίκη στην επανάσταση- σ’ ότι αφορά την εθνική απελευθέρωση- ήταν ο λαός, η αγροτική μάζα κυρίως και κατά δεύτερο λόγο οι εμποροϋπάλληλοι και οι ναύτες που αριθμητικά ήταν πολύ λίγοι. Οι «αβράκωτοι» σύμφωνα με την ορολογία της Γαλλικής Επανάστασης, που στέναζαν κάτω από την κοινωνική καταπίεση Οθωμανών και Ελλήνων τσιφλικούχων ήθελαν να απαλλαγούν από αυτή και είχαν τεράστια- αν και όχι συγκεντροποιημένη- πείρα, αιώνων, ένοπλης αντίδρασης στο κοινωνικό καθεστώς με το κίνημα της κλεφτουριάς. Όμως οι «αβράκωτοι»  της ελληνικής επανάστασης δεν είχαν συνείδηση της δύναμής τους.

Ως προς την ιδεολογία της η επανάσταση δεν μπορεί παρά να συμβαδίζει με την εποχή της. Εμπνέεται από τις ιδέες της ανερχόμενης αστικής τάξης διεθνώς. Καταρχήν εμπνέεται από τη Γαλλική Επανάσταση. «Η γαλλική επανάστασις και ο Ναπολέων- λέει ο Κολοκοτρώνης- έκαμε, κατά τη γνώμη μου, να ανοίξουν τα μάτια του κόσμου» (απομνημονεύματα, εκδοσεις Μερμηγκας, τόμος 1ος, σελ. 275). Εμπνέεται όμως και από το κίνημα των καρμπονάρων στην Ιταλία, τους Δεκεμβριστές στη Ρωσία κ.ο.κ. (Λ. Στρίγκου: «Η επανάσταση του ’21», εκδόσεις Θεμέλιο 1966, σελ. 40- 41). ‘Όμως τα ιδεολογικά ρεύματα που συνεπαίρνουν τους έλληνες και έρχονται κυρίως από το εξωτερικό- με όλες τις συντηρητικές αλλοιώσεις που έχουν δεχτεί στο διάβα του χρόνου λόγω των κοινωνικοπολιτικών ανακατατάξεων που συντελούνται- δεν γίνεται κατορθωτό να μετουσιωθούν στην ελληνική πραγματικότητα ολοκληρωμένα, να ξεδιπλώσουν όλο το ριζοσπαστισμό τους και να εκφράσουν το σύνολο του κοινωνικοπολιτικού προβλήματος, γεγονός που εξηγεί και εξηγείται σε μεγάλο βαθμό και από τις ανακατατάξεις στο επίπεδο της ηγεσίας του επαναστατικού αγώνα. Δεν είναι δυνατό να μην προσεχτεί ότι η ελληνική επανάσταση, δεν κατόρθωσε να διαμορφώσει ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα κοινωνικών μεταρρυθμίσεων, δεν αγκάλιασε τους πόθους των λαϊκών μαζών για λύση του αγροτικού ζητήματος με απαλλοτρίωση και μοίρασμα της γης, συγκρούστηκε μ’ αυτούς τους πόθους (βλέπε τους σκληρούς εμφυλίους πολέμους στο διάστημα του επαναστατικού αγώνα), περιόρισε τους ορίζοντές της και ταυτίστηκε πολύ γρήγορα μόνο με την ανάγκη συγκρότησης ανεξάρτητης εθνικής κρατικής οντότητας που, ασφαλώς, ήταν μια ουσιαστική κοινωνική και πολιτική αλλαγή.

 

Ορισμένες ταξικές ιδιομορφίες

Πιο πριν αναφερθήκαμε συνοπτικά στις κοινωνικές τάξεις και στρώματα που με την παρουσία και τη δράση τους σφράγισαν τον επαναστατικό αγώνα. Οφείλουμε επίσης να επισημάνουμε κάποιες βασικές ταξικές ιδιομορφίες που έπαιξαν αποφασιστικό ρόλο στην πορεία, την εξέλιξη και την κατάληξη του επαναστατικού αγώνα των Ελλήνων.

Η αστική τάξη της εποχής- όπως και κάθε τάξη σε κάθε εποχή- δεν διακρίνεται από ομοιομορφία και ομοιογένεια. Διέπεται από τις δικές της εσωτερικές διαστρωματώσεις και αντιφάσεις. Κυρίως αναπτύσσεται εκτός του ελληνικού χώρου (στις ελληνικές παροικίες της Ρωσίας, της Αυστρίας, της Γερμανίας, της Μολδοβλαχίας), παίζει μεταπρατικό ρόλο και αποτελεί το συμπλήρωμα του ξένου κεφαλαίου- με το οποίο συμφύεται- στις ανταλλακτικές σχέσεις της Ευρώπης με την Ανατολή. Τέτοια είναι και η δραστηριότητα των εμποροκαραβοκυραίων στα ελληνικά νησιά. Το οικονομικά ισχυρό τμήμα της αστικής τάξης πέραν του ότι διακατέχεται από το συντηρητισμό του μεγάλου κεφαλαίου της Ευρώπης με το οποίο συνδέεται, κύριο μέλημα του έχει να κερδοσκοπεί από τις εμπορικές του δραστηριότητες και ενδιαφέρεται για την εθνική απελευθέρωση μόνο στο βαθμό που αυτή συνάδει με τα συμφέροντά του, πράγμα που δεν συμβαίνει πάντοτε. Έτσι εξηγείται άλλωστε και το γεγονός ότι οι Φιλικοί στο ξεκίνημά τους όταν απευθύνθηκαν στους μεγαλέμπορους για να τους στρατολογήσουν στον αγώνα αντιμετώπισαν το χλευασμό, την αποδοκιμασία και το γύρισμα της πλάτης (Ι. Φιλήμονος: «Δοκίμιον ιστορικόν περί της Φιλικής Εταιρείας», σελ. 179). Οι μεγαλοαστοί θα προσχωρήσουν στην επανάσταση όταν θα εκτιμήσουν πως η πορεία της είναι αναπότρεπτη. Όμως θα συμμαχήσουν με τους κοτζαμπάσηδες, θα περιορίσουν τους κοινωνικοπολιτικούς της ορίζοντες και θα πρωταγωνιστήσουν ώστε να την θέσουν κάτω από την ομπρέλα των μεγάλων δυνάμεων.

Πρωταγωνιστικό ρόλο στην επανάσταση όπως προαναφέραμε παίζουν τα κατώτερα τμήματα των αστών (μικρέμποροι, διανοούμενοι και βιοτέχνες). Δεν πρέπει να μας διαφεύγει π.χ. ότι ο ιθύνων νους της Φιλικής Εταιρείας, ο Ν. Σκουφάς, ήταν χρεοκοπημένος έμπορος (Γ. Κορδάτου: «Μεγάλη ιστορία της Ελλάδας», τόμος X, σελ. 30 και Ι. Φιλήμονος, στο ίδιο, σελ 179). Οι ριζοσπάστες  αυτοί αστοί γρήγορα θα περάσουν σε δεύτερη μοίρα. Δεν έχουν την τόλμη και τη δύναμη να κρατήσουν την ηγεσία του αγώνα όταν από το 1819 στη Φιλική εταιρεία μπαίνουν τα συντηρητικά στοιχεία, οι μεγαλέμποροι, οι κοτζαμπάσηδες και οι φαναριώτες, δεν έχουν την οικονομική δύναμη να χρηματοδοτήσουν αυτό τον αγώνα, δεν έχουν ολοκληρωμένο κοινωνικό πρόγραμμα και τρέφουν αυταπάτες για τις επιδιώξεις των ισχυρών.

Τα αντιδραστικά φεουδαρχικά στρώματα, οι κοτζαμπάσηδες, οι Φαναριώτος και η εκκλησία (πλην του κατώτερου κλήρου που ζει στη φτώχια και έχει σχέσεις με το λαό) είναι αντίθετα με την επανάσταση γιατί απολαμβάνουν ισχυρά οικονομικά προνόμια και διαθέτουν δύναμη και εξουσία στο πλαίσιο του Οθωμανικού κράτους (βλέπε: Γ. Ζέβγου: «Σύντομη μελέτη της νεοελληνικής ιστορίας», μέρος Α’, σελ. 11- 25). Προσχωρούν στην Επανάσταση όταν αντιλαμβάνονται δεν μπορούν να την εμποδίσουν και συνεχώς την υπονομεύουν, διεκδικούν την ηγεσία, καταδιώκουν και παραμερίζουν τα λαϊκά- ριζοσπαστικά στοιχεία, επιδιώκουν να σταματήσουν τις κοινωνικοπολιτικές επιπτώσεις της.

Τέλος, ο λαός, δηλαδή η αγροτική μάζα των μικροϊδιοκτητών και των ακτημόνων- αλλά και οι εμποροϋπάλληλοι και ναύτες- αν και είναι η πλειοψηφούσα δύναμη χωρίς την οποία δεν θα γινόταν η επανάσταση, στη συντριπτική τους πλειοψηφία αποτελούνται από απλούς ανθρώπους, χωρίς μόρφωση, διασκορπισμένους σ’ όλη την επικράτεια της χώρας, χωρίς πολιτική πείρα και ωριμότητα, χωρίς δική τους ξεχωριστή οργάνωση- αντικειμενικά δεν ήταν δυνατό να υπάρξει τέτοια οργάνωση- ώστε να είναι σε θέση να διεκδικήσουν και να επιβάλουν τους πόθους τους (Γ. Κορδάτου «Μεγάλη Ιστορία της Ελλάδας», τόμος X, σελ. 676).

 

Ο ξένος παράγοντας

Την πορεία και την έκβαση της ελληνικής επανάστασης του 1821 σφράγισε η παρέμβαση του ξένου παράγοντα. Το διεθνές περιβάλλον μέσα στο οποίο ξετυλίχτηκε η επανάσταση- αν και από την άποψη των ιδεών που είχαν γεννηθεί ευνοούσε τις επαναστατικές ζυμώσεις- ήταν αναμφίβολα εχθρικό προς τις βαθιές κοινωνικές αλλαγές, στις ριζικές ανακατατάξεις στο Στάτους Κβο της οθωμανικής αυτοκρατορίας και γενικότερα. Η Μεγάλη Βρετανία, η πρώτη καπιταλιστική δύναμη του κόσμου ήθελε να ηγεμονεύσει στις παγκόσμιες εξελίξεις και να επιβάλει ένα διεθνές αποικιακό σύστημα που θα εξυπηρετούσε τα συμφέροντά της. Η Γαλλία ήταν η χώρα της μοναρχικής παλινόρθωσης, η χώρα του αντιδραστικού βασιλιά Καρόλου του 10ου, μια μεγάλη αποικιοκρατική δύναμη που αντιτασσόταν στην απελευθέρωση των λαών της ανατολής. Η Αυστρία φύσει και θέση αντιδραστική προς κάθε κοινωνικό και εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα προσδοκούσε να βάλει στο χέρι εδάφη της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, ιδιαίτερα στα Βαλκάνια και εχθρευόταν τα συμφέροντα της Αγγλίας, της Γαλλίας και της Ρωσίας. Η Ρωσία ήταν ο μεγάλος χωροφύλακας της αντεπανάστασης με σαφείς επεκτατικές διαθέσεις. Κλασική έκφραση του παλιού απολυταρχικού καθεστώτος εχθρευόταν κάθε τι το «αναρχικό», δηλαδή το επαναστατικό, σ’ ολόκληρη της Ευρώπη. «Η Ρωσία- έγραφε ο Ένγκελς το 1853- είναι πέρα από κάθε αμφιβολία κατακτητικό έθνος, και ήταν τέτοιο έναν αιώνα ολόκληρο πριν το μεγάλο κίνημα του 1879 ξυπνήσει την έντονη ενεργητικότητα ενός τρομερού ανταγωνιστή. Εννοούμε την ευρωπαϊκή Επανάσταση, την εκρηκτική δύναμη των δημοκρατικών ιδεών και τη φυσική δίψα του ανθρώπου για ελευθερία. Από την εποχή αυτή και μετά, στην πραγματικότητα δεν υπήρξαν παρά δύο μόνο δυνάμεις στην ευρωπαϊκή ήπειρο- η Ρωσία με την απολυταρχία και η Επανάσταση με τη δημοκρατία» (Κ. Μάρξ- Φρ. Ενγκελς: «Η Ελλάδα η Τουρκία και το Ανατολικό ζήτημα», εκδόσεις ΓΝΩΣΗ, σελ. 111).

Στα 1815 οι μονάρχες της Ρωσίας, της Αυστρίας και της Πρωσίας υπέγραψαν το έγγραφο ίδρυσης της Ιεράς Συμμαχίας, ενός διεθνούς οργανισμού που σκοπό είχε να καταπνίξει κάθε επαναστατική κίνηση στην Ευρώπη. Αργότερα στην Ιερά Συμμαχία προσχώρησαν και άλλα ευρωπαϊκά κράτη, όχι όμως και η Αγγλία που αν και συμφωνούσε στους σκοπούς της ήθελε να έχει τα χέρια της ελεύθερα, να εκμεταλλεύεται τις αντιθέσεις των άλλων δυνάμεων και να δρα ανενόχλητη στην Ευρώπη και στις αποικίες.

Η πολιτική των μεγάλων δυνάμεων απέναντι στην Οθωμανική Αυτοκρατορία συμπυκνώνεται σ΄ αυτό που ονομάζουμε «Ανατολικό Ζήτημα». Κάθε μία απ’ αυτές τις δυνάμεις αντιλαμβάνεται ότι η αυτοκρατορία του σουλτάνου είναι ο μεγάλος ασθενής και αργά ή γρήγορα θα υποχωρήσει από το προσκήνιο. Αλλά και κάθε μία θέλει να επωφεληθεί για λογαριασμό της από μια τέτοια εξέλιξη. Έτσι η μία προσπαθεί να υπονομεύσει την άλλη και να προωθήσει τις δικές της θέσεις κι όλες μαζί συνασπίζονται ενάντια στο εθνικά, κοινωνικά, επαναστατικά κινήματα της περιοχής, φοβούνται την αφύπνιση των λαών και την αυτόνομη δράση τους, φοβούνται την δημιουργία ανεξάρτητων εθνικών ή πολυεθνικών κρατών γιατί όλα αυτά τους βγάζουν από το παιχνίδι στα Βαλκάνια και την Ανατολή, αντιστρατεύονται τα άμεσα και μακροπρόθεσμα συμφέροντά τους. Έτσι η πολιτική των μεγάλων δυνάμεων περιορίζεται στην διακήρυξη της υπεράσπισης του Στάτους Κβο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Όμως αυτό ήταν αδύνατο. Η ζωή εξελισσόταν και το Στάτους Κβο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ήταν αδύνατο να συντηρηθεί. Γι’ αυτό και οι μεγάλες δυνάμεις υποχρεώνονταν συχνά από τα πράγματα να τροποποιούν την πολιτική τους- μη μπορώντας να κάνουν αλλιώς- αναζητώντας τα κέρδη που θα τους έδινε η διατήρηση του Στάτους Κβο, στον έλεγχο των εξελίξεων που δεν μπορούσαν να αποτρέψουν. Ακριβώς αυτό έκαναν και με την ελληνική επανάσταση. Όταν διαπίστωσαν ότι δεν μπορούσαν να την σταματήσουν επιχείρησαν να την ποδηγετήσουν κάθε μία για λογαριασμό της.

 

Η ανολοκλήρωτη επανάσταση

Λόγω των εσωτερικών της αντιφάσεων, των δυσκολιών που συναντούσε και των διεθνών συνθηκών που επικρατούσαν, η ελληνική επανάσταση πολύ γρήγορα οδηγήθηκε στην αγκαλιά της ξένης κηδεμονίας, κάτι που επιδίωκαν από την αρχή τόσο τα παλιά φεουδαρχικά, αντιδραστικά στρώματα όσο και τα ισχυρά τμήματα της αστικής τάξης. Το πρώτο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση έγινε με τη Β’ Εθνική Συνέλευση του Άστρους (Μάρτης του 1823) όταν αποφασίστηκε η προσφυγή στον ξένο δανεισμό. Η επιτροπή μάλιστα που υπήγε στην Αγγλία για να διαπραγματευτεί το δάνειο είχε εντολές από τον Αλ. Μαυροκορδάτο να υποδείξει στους συνομιλητές της πως «δεν συμφέρει εις την Αγγλίαν να κατορθώση τους σκοπούς της η Ρωσία ως προς την Τουρκίαν και την Ελλάδα…» ( Γ. Κορδάτου: «Μεγάλη Ιστορία της Ελλάδας», τόμος X, σελ. 445). Ένα δεύτερο δάνειο από την Αγγλία, με βαρύτατους όρους (μπήκαν υποθήκη οι εθνικές γαίες, τα τελωνειακά έσοδα κ.ο.κ) δόθηκε το Γενάρη του 1825. Ακόμη, στις 12/8/1824 η επαναστατική κυβέρνηση της Ελλάδας με έγγραφό της προς το Φόρεϊν Όφφις υποσχόταν να μετατρέψει τη χώρα σε δεξί χέρι της Αγγλίας στο διεθνές της εμπόριο (Γ. Κορδάτου, στο ίδιο, σελ. 446- 447). Τέλος πρέπει να αναφερθεί ότι στις 22/7/1825 βγήκε το ψήφισμα υποτέλειας προς την Αγγλία, στο οποίο η ηγεσία του αγώνα έλεγε: «Το ελληνικό έθνος δυνάμει της παρούσης πράξεως, θέτει εκουσίως την ιεράν παρακαταθήκην της αυτού ελευθερίας, εθνικής ανεξαρτησίας και της πολιτικής αυτού υπάρξεως υπό την μοναδικήν υπεράσπισιν της Μεγάλης Βρετανίας» ( Σπ. Τρικούπη: «Ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης», εκδόσεις Λιβάνη, τόμος Γ’ σελ. 239).

Η υποτέλεια των ανώτερων επιτελείων της επανάστασης φυσικά δεν ήταν αρκετή για να κάνει τις μεγάλες δυνάμεις της εποχής ή κάποιες από αυτές να υποχωρήσουν στην πολιτική τους για διατήρηση του Στάτους Κβο. Αυτό έγινε δυνατό μόνο κάτω από την πίεση που ασκούσε ο ηρωικός αγώνας των επαναστατημένων Ελλήνων. Έτσι οι δυνάμεις αυτές αναγκάστηκαν αρχικά να αναγνωρίσουν την επανάσταση και στο τέλος να υποχωρήσουν και να τροποποιήσουν την πολιτική τους ως προς το ζήτημα της διατήρησης του αναλλοίωτου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Τον Ιούλη του 1827 η Αγγλία, η Γαλλία και η Ρωσία σύναψαν τριμερή συμφωνία με την οποία έθεταν υπό την κηδεμονίας τους την ελληνική επανάσταση και αναγνώριζαν στην Ελλάδα το καθεστώς της αυτονομίας κάτω από την επικυριαρχία του σουλτάνου. Στη συνέχεια, η Ναυμαχία του Ναυαρίνου (20/10/1827) και ο ρωσοτουρκικός πόλεμος 1828 έφεραν ως αποτέλεσμα την αναγνώριση από το σουλτάνο της ελληνικής αυτονομίας (συνθήκη της Ανδριανούπολης 14/7/1929). Μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια το καθεστώς αυτό θα τροποποιηθεί- από αυτονομία υπό την επικυριαρχία του Σουλτάνου θα γίνει «εξαρτημένη ανεξαρτησία» υπό την επικυριαρχία των μεγάλων δυνάμεων- με τις αποφάσεις που θα πάρει, η Τριμερής συμμαχία το Μάη του 1832 στο Λονδίνο. Στη χώρα θα επιβληθεί η απόλυτη μοναρχία υπό τον βαβαρό Όθωνα. Έτσι η επανάσταση του ’21 δεν θα μπορέσει να ολοκληρωθεί. Θα καταφέρει να απελευθερώσει μόνο ένα μέρος της ελληνικής επικράτειας, οι αστικοδημοκρατικοί κοινωνικοπολιτικοί θεσμοί θα προωθηθούν με βήμα χελώνας και ύστερα από σκληρούς αγώνες, το αγροτικό ζήτημα θα περιμένει έναν ακόμη αιώνα για να βρει το δρόμο προς τη λύση του. Όμως το ρήγμα που είχε φέρει η επανάσταση στις κοινωνικοπολιτικές σχέσεις τόσο στο εσωτερικό όσο και διεθνώς δεν ήταν δυνατό να κλείσει. Αντίθετα τα ιστορικά γεγονότα που ακολούθησαν τη δικαίωσαν.

 

Αντί επιλόγου: Κριτική πάνω σε ορισμένες απόψεις για την επανάσταση

Σαν επίλογο αυτής της συμπυκνωμένης παρουσίασης της επανάστασης του 1821 κρατήσαμε τη αναφορά που οφείλουμε να κάνουμε σε ορισμένες απόψεις- παλιές και πρόσφατες- για τον χαρακτήρα της επανάστασης του 1821.

Ο καθηγητής-ιστορικός Γιώργος Μαργαρίτης μιλώντας σε μια πρόσφατη διαδικτυακή εκδήλωση της Οργάνωσης «Παρέμβαση» με θέμα «Ο χαρακτήρας της επανάστασης του 1821» διατύπωσε μια καινούργια θεωρία: «Οι επαναστάσεις- είπε- δεν έχουν χαρακτήρα γιατί ο χαρακτήρας κυρίως αφορά στα πρόσωπα: Καλό, κακό, τολμηρό κ.ο.κ.» (https://www.youtube.com/watch?v=o9V3ejB1vyM).

Πρόκειται για αστειότητα. Αν ο κ. καθηγητής έκανε τον κόπο να κοιτάξει ένα οποιοδήποτε λεξικό θα ήξερε πως ο όρος «χαρακτήρας» δεν αφορά μόνο ή κυρίως τα πρόσωπα- άτομα αλλά και γεγονότα και καταστάσεις. Ο βαθιά συντηρητικός Γιώργος Μπαμπινιώτης, για παράδειγμα, αναφέρει στο λεξικό του- ανάμεσα σε άλλα- και την εξής ερμηνεία της λέξης «χαρακτήρας»: «Το σύνολο των ιδιοτήτων, των ξεχωριστών γνωρισμάτων που διακρίνουν κάτι (χώρος, αντικείμενο, γεγονός, έργο, κατάσταση κλπ)». Είναι όντως λυπηρό ο κ. Μπαμπινιώτης να είναι πιο μπροστά στην αντίληψη των εννοιών από τον κ. Μαργαρίτη που όλη την ζωή του θήτευσε στην Αριστερά και από τον νέο αιώνα και μετά εμφανίζεται ως συνοδοιπόρος του ΚΚΕ.

Το ΚΚΕ τώρα στην διακήρυξη της ΚΕ του «Για τα 200 χρόνια από την Επανάσταση του 1821», εκτιμά ότι «Η Επανάσταση του 1821 ήταν αστική εθνικοαπελευθερωτική επανάσταση, γνήσιο ‘‘τέκνο’’ της εποχής της». Είναι άκρως ενδιαφέρον και άξιο προσοχής ότι το σημερινό ΚΚΕ επιλέγει έναν πιο σύνθετο όρο (αστική εθνικοαπελευθερωτική) για να προσδιορίσει τον χαρακτήρα της συγκεκριμένης Επανάστασης. Κι αυτό γιατί δεκαετίες τώρα το ΚΚΕ επέμενε να μην βλέπει τα κοινωνικά φαινόμενα στη συνθετότητα και της αντιφατικότητά τους. Τα αντιμετώπιζε εντελώς μονοδιάστατα, ευθύγραμμα, μηχανικά και σχηματικά. Εν προκειμένω, ορθώς χαρακτηρίζει την επανάσταση «αστική εθνικοαπελευθερωτική» καθώς είναι αστική από την σκοπιά του κοινωνικού ηγέτη που την οργάνωσε και καθοδήγησε αλλά και εθνικοαπελευθερωτική από την σκοπιά του βασικού προβλήματος που η εν λόγω επανάσταση κλήθηκε να λύσει και έλυσε με την δημιουργία του νεοελληνικού κράτους.

Το ΚΚΕ, όμως, δεν έχει απαλλαγεί από τον σχηματικό τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει τα κοινωνικά φαινόμενα. Στην ίδια διακήρυξη διαβάζουμε: «Η Επανάσταση του 1821 αποτελεί ένα κομβικής σημασίας γεγονός στην Ιστορία του τόπου μας. Ως γενέθλια πράξη του ελληνικού αστικού κράτους διαμόρφωσε το πλαίσιο μέσα στο οποίο εξελίχθηκε η ταξική πάλη έως τις μέρες μας». Τι μας λέει εδώ το ΚΚΕ; Μας λέει ότι αποτέλεσμα της επανάστασης του 1821 ήταν να γεννηθεί το ελληνικό αστικό κράτος «μέσα στο οποίο εξελίχθηκε η ταξική πάλη έως τις μέρες μας». Αλλά αν έτσι έχουν τα πράγματα τότε γιατί καθυστέρησε έναν ολόκληρο αιώνα η αγροτική μεταρρύθμιση στη χώρα; Γιατί χρειάστηκε να υπάρξει η επανάσταση στο Γουδί το 1909; Γιατί άργησε η βιομηχανική ανάπτυξη στη χώρα (μετά το 1870) με ταυτόχρονη καθυστέρηση στην ανάπτυξη και στην οργάνωση της εργατικής τάξης; Αν το κράτος ήταν ευθύς εξαρχής αστικό γιατί το πρώτο (συντηρητικότατο) Σύνταγμα στη χώρα ήρθε μετά το κίνημα της 3ης Σεπτεμβρίου 1843 και ο συνταγματικός εκσυγχρονισμός ακολούθησε 20 χρόνια μετά, το 1864, αφού είχε μεσολαβήσει με την εκθρόνιση του Όθωνα η πτώση της συνταγματικής μοναρχίας και η αντικατάσταση της με την βασιλευομένη δημοκρατία;

Είναι φανερό πως το ΚΚΕ- λόγω της πολιτικής που έχει υιοθετήσει να βλέπει σχηματικά την πραγματικότητα και για να δικαιολογήσει το σημερινό του αφήγημα- αδυνατεί να δεχτεί ότι το κράτος που δημιούργησε η επανάσταση του 1821 δεν ήταν καθαρά αστικό- καπιταλιστικό κράτος αλλά ένας συμβιβασμός των αστών με τους τσιφλικάδες κι όλο αυτό υπό την κηδεμονία (εξάρτηση) των ξένων δυνάμεων. Εξού και ο συντηριτισμός της μετεπαναστατικής περιόδου, η καθυστέρηση στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων αλλά και η καθυστέρηση στην ανάπτυξη των αστικών θεσμών.

Η κυρίαρχη αστική αντίληψη θεωρεί την επανάσταση του 1821 ως εθνικοαπελευθερωτική και ταυτόχρονα θρησκευτική. Ότι οι έλληνες δηλαδή επαναστάτησαν για την πίστη τους και για να αποκτήσουν εθνικό κράτος. Είναι αλήθεια ότι τα θρησκευτικά σύμβολα τα βρίσκουμε στην επανάσταση όπως και τους θρησκευτικούς όρκους. Όμως δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι η επανάσταση έγινε παρά και ενάντια στη θέληση της εκκλησίας και του ανώτερου κλήρου. Η επανάσταση δεν βασίστηκε σε καμία θρησκευτική τάξη αλλά στην διασάλευση αυτής της τάξης και σε αντίθεση με αυτή.  Το θρησκευτικός στοιχείο στην επανάσταση υπάρχει ως πολιτιστικό στοιχείο αυτών που συμμετέχουν και χρησιμοποιείται για να συγκεντρώνει και να συσπειρώνει στις γραμμές της περισσότερες δυνάμεις. Να τις ενώνει και να τις ομοιογενοποιεί. Ουδέποτε τέθηκε ζήτημα θρησκευτικής απελευθέρωσης- αν υπήρχε τέτοιο θέμα πρώτη η εκκλησία θα έδινε το παρόν στον αγώνα- και ουδέποτε η επανάσταση είχε χαρακτηριστικά σημερινής τζιχάντ ή κάτι παρόμοιο. 

Η επανάσταση ήταν αναμφίβολα εθνικοαπελευθερωτική αλλά αυτό από μόνο του δεν είναι ικανό στοιχείο για την ερμηνεία της. Η αστική αντίληψη βέβαια θεωρεί ότι το έθνος ως ιστορική κατηγορία υπήρχε πάντοτε. Αυτό όμως δεν ευσταθεί. Το έθνος άρχισε να δημιουργείται με την εμφάνιση των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής και κυρίως με την εμφάνιση του εμπορικού κεφαλαίου. Κατά συνέπεια ο ισχυρισμός ότι η επανάσταση ήταν μόνο εθνικοαπελευθερωτική- που τον αποδέχονται και ορισμένοι αριστεροί- δεν εξηγεί το πως δημιουργήθηκε το έθνος για να προκύψει η ανάγκη απελευθέρωσής του. Συγκεκριμένα, οι αστοί ιδεολόγοι που θεωρούν την επανάσταση μόνο εθνικοαπελευθερωτική πρέπει να μας εξηγήσουν γιατί αυτή δεν έγινε νωρίτερα αφού υπήρχε ανέκαθεν το έθνος και γιατί χρειάστηκε να μείνουν οι έλληνες τετρακόσια χρόνια κάτω από Οθωμανική κυριαρχία. Οι αριστεροί που θεωρούν μόνο εθνικοαπελευθερωτική την επανάσταση πρέπει να εξηγήσουν πως δημιουργήθηκε το έθνος και η ανάγκη του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα. Αν το κάνουν, τότε θα δουν ολόκληρο μπροστά τους την κοινωνικό χαρακτήρα της επανάστασης που ήταν πέρα για πέρα αστικός.

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας