Εργατικός Αγώνας

Συντεταγμένο μέτωπο για να ηττηθεί το φοροασφαλιστικό έκτρωμα και οι φορείς του!

Γράφει ο Ζήσιμος Βαφίδης.

Το κυβερνητικό ΦΟΡΟ-ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟ νομοσχέδιο που κατέθεσε η κυβέρνηση στη βουλή την Παρασκευή 22/4/2016, υλοποιεί τις επιταγές του τρίτου μνημονίου, περιλαμβάνοντας μέτρα που κοστίζουν 5,4 δις € σε βάρος των εργαζομένων και συνταξιούχων που καλούνται να τα πληρώσουν, τόσο με την αύξηση των άμεσων και έμμεσων φόρων, όσο και με την παραπέρα μείωση των συντάξεων.

Είναι ένα κόστος που γίνεται δραματικά δυσβάστακτο, αθροιζόμενο στις αυξημένες ποικιλόμορφες φορολογίες και στις κάθετες και οριζόντιες μισθολογικές και συνταξιοδοτικές περικοπές που επιβλήθηκαν από τα προηγούμενα μνημόνια αλλά και με τις περικοπές κατά 3% στις κύριες και κατά 6% στις επικουρικές συντάξεις τον περασμένο Αύγουστο από την τωρινή κυβέρνηση, που τις βάφτισε εισφορές για την υγεία. Και θα γίνει ακόμα χειρότερη η κατάσταση, είτε άμεσα αν το κουαρτέτο των δανειστών αποφασίσει και συμφωνήσει να νομοθετηθούν από τώρα τα προληπτικά μέτρα «καβάντζα» των 3,6 δις € μέτρων, είτε στο εγγύς μέλλον, σε μια από τις επόμενες αξιολογήσεις της πορείας εφαρμογής των επικείμενων μέτρων και σε κάθε περίπτωση στο παρά πέντε της αποπληρωμής δόσεων που οφείλει το κράτος προς τους δανειστές και αδυνατεί να πληρώσει, οπότε ο εκβιασμός του grexit συμμορφώνει τους «άτακτους», όχι μόνο της κυβέρνησης αλλά και της αντιπολίτευσης. Η πρόσφατη εμπειρία της υπογραφής του τρίτου μνημονίου από τον ΣΥΡΙΖΑ από κοινού και με τα υπόλοιπα ευρωενωσιακά κόμματα τον περασμένο Αύγουστο, δείχνει ότι όλα αυτά τα κόμματα, ως αγκιστρωμένα ψάρια στο «πάση θυσία παραμένουμε στην Ευρωένωση», είναι έρμαια των δανειστών, με ότι αυτό συνεπάγεται σε βάρος του λαού και της χώρας μας. Πάντως, από ότι φαίνεται, μάλλον και η «καβάντζα» των 3,6 δις € μέτρα, θα διασφαλιστούν με εγγυημένη νομοθετημένη από τώρα δέσμευση της κυβέρνησης, σύμφωνα με τη τελευταία δήλωση του Ντάισελμπλουμ που λέει «Κοιτώντας τα τελευταία στοιχεία, οι Έλληνες βρίσκονται στον σωστό δρόμο. Είναι απλώς τα (3,6 δις μέτρα), ένα επιπλέον πακέτο ασφαλείας. Εάν υπάρχουν νομικοί περιορισμοί, θα το σχεδιάσουμε με τέτοιο τρόπο ώστε να μπορεί να υλοποιηθεί… Και φυσικά πρέπει να είναι νομικά εφικτό». Αυτά δήλωσε ο πρόεδρος του Eurogroup, ερωτηθείς σχετικά από δημοσιογράφους, μετά τις δηλώσεις του Ευκλείδη Τσακαλώτου, ότι η ελληνική νομοθεσία δεν προβλέπει τη νομοθέτηση, υπό αίρεση, μέτρων.

Τα κύρια χαρακτηριστικά του φορο-ασφαλιστικού κυβερνητικού νομοσχεδίου είναι: η παραπέρα αύξηση της πιο βάρβαρης αντιλαϊκής φορολογίας, της έμμεσης φορολογίας με την αύξηση του ΦΠΑ στο 24%. Αυτό σημαίνει ότι ο εργαζόμενος και ο συνταξιούχος, διαθέτοντας όλο το μισθό και τη σύνταξή τους για την αγορά των αναγκαίων ειδών για την επιβίωσή τους, θα αγοράζουν είδη μόνο για τα ¾ του πενιχρού εισοδήματός τους αφού το ¼ θα το σφετερίζεται το κράτος με το 24% ΦΠΑ. Αύξηση όμως θα υπάρξει και στην άμεση φορολογία αφού τα 9100 € αφορολόγητο, θα κατέλθει είτε άμεσα είτε σταδιακά, στα 8150€.

Όσον αφορά στις συντάξεις, κατ’ αρχήν καταργείται η σημερινή κατώτερη σύνταξη που ήταν 486 ευρώ. Τα 384 ευρώ της εθνικής σύνταξης θα δίνονται με 20 έτη ασφάλισης (6.000 ένσημα), όταν σήμερα αρκούσαν 15 έτη (4.500 ένσημα). Όποιος εργαζόμενος δεν θέλει να βγει στην ηλικία των 67 ετών που προβλέπει το νομοσχέδιο αλλά στα 62 έτη, όπως για πολλές κατηγορίες ίσχυε ως σήμερα, θα δέχεται ποινή 40%, δηλαδή θα μειώνεται απευθείας η σύνταξή του, στα 230 ευρώ.

Για όλους τους συνταξιούχους που αθροιστικά η κύρια και η επικουρική σύνταξη τους, υπερβαίνει τα 1100€, επέρχονται άμεσες δραστικές μειώσεις στην επικουρική, σύμφωνα με το νομοσχέδιο. Η στρατηγική όμως «μαχαιριά» στις συντάξεις, επέρχεται με τον επαναϋπολογισμό τους. Με βάση το σχετικό πίνακα των ποσοστών αναπλήρωσης του νομοσχεδίου, οι συντάξεις παλαιών και νέων συνταξιούχων επαναϋπολογιζόμενες, θα κυμανθούν, με βάση τα χρόνια ασφάλισης, στο 11,55% του μέσου όρου των μισθών όλου του εργάσιμου βίου για τα 15 χρόνια ασφάλισης και, κλιμακωτά, έως 46,80% του μέσου όρου των μισθών όλου του εργάσιμου βίου για τα 42 και πάνω χρόνια ασφάλισης!!! Και, ως δικλείδα ασφαλείας, για να παραμείνουν οι συντάξεις σε αυτά τα επίπεδα μέχρι το 2060!!!, το νομοσχέδιο αυτό, στο άρθρο 14&4, αντιγράφει επί λέξει την παράγραφο 2 του άρθρου 7 του νόμου 3865/2010(νόμος Λοβέρδου) που λέει: «Από την 1.1.2017 και ανά τριετία, η Εθνική Αναλογιστική Αρχή εκπονεί υποχρεωτικά αναλογιστικές μελέτες, οι οποίες επικυρώνονται από την Επιτροπή Οικονομικής Πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με αντικείμενο τη συνεχή παρακολούθηση της εξέλιξης της εθνικής συνταξιοδοτικής δαπάνης. Με ειδικό νόμο ανακαθορίζονται οι συντάξεις με στόχο τη διασφάλιση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας του ασφαλιστικού συστήματος. Το ύψος των ανωτέρω δαπανών για την εθνική, την ανταποδοτική και την επικουρική σύνταξη, προβαλλόμενο έως το έτος 2060, δεν πρέπει να υπερβαίνει το περιθώριο αύξησης των 2,5 ποσοστιαίων μονάδων του ΑΕΠ, με έτος αναφοράς το 2009». Γίνεται επομένως σαφές, ότι στην ουσία με όλα αυτά, με δεδομένη τη μεγάλη ανεργία, τη γενίκευση των ελαστικών μορφών απασχόλησης, τη συρρίκνωση των μισθών κλπ, σύνταξη με πλήρη δικαιώματα με 40 και 42 χρόνια πλήρους εργασίας, δεν θα υπάρχει για κανέναν. Στη θέση της σύνταξης επομένως, θα υπάρχει, για το 90% των εργαζομένων, ένα επίδομα επαιτείας.

Επίσης στη λογική του διαίρει και βασίλευε αλλά και για να ενεργοποιήσει έναν ιδιότυπο κοινωνικό αυτοματισμό η κυβέρνηση με αυτό το νομοσχέδιο της, διαχωρίζει τους συνταξιούχους σε παλιούς που συνταξιοδοτήθηκαν πριν από αυτό το νομοσχέδιο και σε νέους που θα συνταξιοδοτηθούν μετά την ψήφιση αυτού του νομοσχεδίου. Για τους παλιούς λοιπόν θεσπίζει ότι οι όποιες μειώσεις μέχρι 300€ προκύψουν από αυτόν τον επαναϋπολογισμό των συντάξεων τους, θα καταγράφονται αλλά δεν θα παρακρατούνται από το κράτος ως το 2018, ενώ στους νέους θα υπάρχουν αυτές οι μειώσεις άμεσα. Δηλαδή ο αντιασφαλιστικός κυβερνητικός κύκλωπας, θα φάει τους παλιούς τελευταίους και γι’ αυτό να είναι ευχαριστημένοι και να μην αντιδράσουν, ενώ οι νέοι να αντιδράσουν, όχι ενάντια στην κυβέρνηση αλλά ενάντια στους παλιούς που «ευνοούνται»

Όλα αυτά που περιέχονται στο νομοσχέδιο της κυβέρνησης καθώς και όσα άλλα σχεδιάζονται σε βάρος μας, είναι γνωστά και μάλιστα ακόμα και στις λεπτομέρειές τους. Αναδείχνονται καθημερινά με κάθε είδους, τύπου και σκοπιμότητας δημοσιεύματα, αναδείχτηκαν και με τη γενική πανεργατική απεργία που έγινε στις 4 του Φλεβάρη. Από τότε και μέχρι σήμερα έγιναν και κάποιες άλλες κινητοποιήσεις που, χωρίς να υποτιμά κανείς την αξία τους, ωστόσο ήταν κινητοποιήσεις αναμονής, ή «προς τιμήν» μιας 48ωρης γενικής πανεργατικής απεργίας που «θα γίνει όταν το νέο αντιασφαλιστικό νομοσχέδιο θα πάει για ψήφιση στη βουλή». Αυτή είναι η απόφαση που πάρθηκε και στη ΓΣΕΕ και στην ΑΔΕΔΥ από τις παρατάξεις του νέου και του παλαιού κυβερνητικού και εργοδοτικού συνδικαλισμού αλλά και δυστυχώς και του ΠΑΜΕ. Δηλαδή τι είπαν επί της ουσίας αυτές οι παρατάξεις με αυτήν τους την απόφαση; Λένε ότι δεν κάνουμε αγώνα για να μην επιτρέψουμε να πάει το νομοσχέδιο στη βουλή όπως θα’πρεπε αλλά ότι θα κάνουμε την απεργία όταν θα ψηφίζεται, μια απεργία δηλ. διαμαρτυρίας. Λένε κοντολογίς με αυτήν τους την πράξη, ότι είναι μοιραίο, είναι αντικειμενικό, είναι αναπότρεπτο να έρθει αυτό το νομοσχέδιο στη βουλή, γι’ αυτό επιλέγουμε να μην κάνουμε κανέναν αγώνα αποτροπής, κανέναν αγώνα για να μην πάει το νομοσχέδιο στη βουλή και απλά θα κάνουμε μια 48ωρη απεργία όταν αυτό θα ψηφίζεται στη βουλή. Έτσι αφήνουμε τα πράγματα να εξελιχθούν κατά πως σχεδιάζουν η κυβέρνηση και το κουαρτέτο και όταν η κυβέρνηση φέρει το νομοσχέδιο στη βουλή, αποφασίζουμε ότι θα κάνουμε μια 48ωρη γενική πανεργατική απεργία που θα δείξουμε την κατηγορηματική αντίθεσή μας όταν αυτό θα ψηφίζεται. Κάνουμε δηλαδή απεργία όχι για να μην πάει το νομοσχέδιο στη βουλή αλλά για να δείξουμε τη διαμαρτυρία μας την ώρα της ψήφισής του!!! όταν πια θα είναι αργά. Αν, όμως, έτσι λειτουργούσε το συνδικαλιστικό κίνημα και το 2001 στο γνωστό αντιασφαλιστικό σχέδιο του Γιαννίτση, θα είχαν από τότε θεσμοθετηθεί αυτά τα ακραία αντιασφαλιστικά μέτρα που περιέχει το τωρινό νομοσχέδιο. Ευτυχώς όμως τότε επικράτησε η λογική: κάνουμε αγώνες για να μην πάει το νομοσχέδιο στη βουλή. Και έγιναν πράγματι δυνατοί αγώνες και πρωτοφανείς σε όγκο, αποφασιστικότητα και παλμό διαδηλώσεις που εμπόδισαν την εισαγωγή και ψήφιση στη βουλή αυτού του αντιασφαλιστικού εκτρώματος. Δικαίως επομένως σήμερα οι εργαζόμενοι αγανακτούν και εξοργίζονται με αυτήν την τακτική που επέλεξαν οι προαναφερόμενες παρατάξεις. Μια τακτική που παροπλίζει και ευνουχίζει το συνδικαλιστικό κίνημα, μια τακτική που άφησε εδώ και τρεις μήνες (από τη γενική απεργία στις 4 Φλεβάρη), απερίσπαστους την κυβέρνηση και το κουαρτέτο να σχεδιάζουν και να «ωριμάζουν» το πέρασμα των αντεργατικών αντιλαϊκών μέτρων τους. Όταν πάνε και έρχονται οι εκπρόσωποι του κουαρτέτου, όταν επί μέρες συνεδριάζουν και συσκέπτονται στο «ΧΊΛΤΟΝ», όταν διαρρέουν σενάρια επί σεναρίων για εθισμό της κοινής γνώμης στα μέτρα τους και δεν γίνεται καμιά κινητοποίηση ενώ θα’πρεπε όλες αυτές τις μέρες να είναι αποκλεισμένη η Αθήνα από τις κινητοποιήσεις, τότε κάποιο λάκκο έχει η φάβα. Όταν εξελίσσεται μια τέτοια αντεργατική λαίλαπα και επικρατεί «νηνεμία» στο κίνημα, όταν οι εργαζόμενοι ακούνε ότι θα γίνει απεργία την ώρα της ψήφισης αυτής της λαίλαπας, την ώρα δηλαδή που θα ψηφίζεται και θα επικυρώνεται με θετική ψήφο μέσα στη βουλή και με μια ατελέσφορη αρνητική ψήφο της 48ωρης απεργίας έξω από τη βουλή, είναι ευνόητο να εδραιώνεται στη συνείδησή τους η άποψη, ότι τίποτα δεν μπορεί να αποτρέψει αυτήν την εξέλιξη, ότι είναι παντοδύναμοι και ανίκητοι οι αντίπαλοι και επομένως είναι μάταιος κάθε αγώνας. Αλλά και η κυβέρνηση και οι εταίροι της στο κουαρτέτο, σφυγμομετρούν τους εργαζόμενους, βρίσκουν ελλιποβαρές το συνδικαλιστικό κίνημα και αποθρασύνονται.

Αυτή η τακτική, για μεν τις συνδικαλιστικές παρατάξεις του παλιού και νέου εργοδοτικού και κυβερνητικού συνδικαλισμού είναι ευεξήγητη αφού έτσι συναινούν για ακόμα μια φορά στις αντιλαϊκές επιλογές των πολιτικών φορέων τους και μάλιστα με τον αγωνιστικό μανδύα της 48ωρης απεργίας. Για την παράταξη όμως του ΠΑΜΕ, αυτή η τακτική δημιουργεί πολλά ερωτηματικά όταν μάλιστα αξιοποιείται εντέχνως από την κυβέρνηση αλλά και από κάθε λογής καλόπιστους ή κακόπιστους καλοθελητές. Έτσι, κάποιοι από την κυβέρνηση νουθετούν τους συνδικαλιστές της, λέγοντας τους να έχουν κατανόηση και να πάρουν υπόψη τους, τους κομμουνιστές που, τάχατες, κατανοούν την κρισιμότητα της κατάστασης και γι’ αυτό είναι συγκρατημένοι και κάνουν μετρημένα βήματα και όχι διαρκείς αγώνες ανατροπής. Κάποιοι άλλοι, εκλαμβάνουν αυτήν την τακτική ως σιωπηρή στήριξη στην κυβέρνηση, διατυπώνοντας την άποψη ότι το ΚΚΕ που ελέγχει και κατευθύνει το ΠΑΜΕ, δεν μπορεί να ελέγξει τις εξελίξεις από μια ενδεχόμενη πτώση της κυβέρνησης, ως αποτέλεσμα των δυναμικών κινητοποιήσεων και γι’ αυτό δεν ευνοεί δυναμικούς αγώνες ανατροπής. Άλλοι πάλι, έχοντας υπόψη την απολυτότητα της άποψης του ΚΚΕ, ότι μόνο με την ανατροπή του καπιταλισμού μπορούν να λυθούν όλα τα προβλήματα και τίποτα ούτε μικρό ούτε μεγάλο δεν μπορεί να γίνει στο έδαφος του καπιταλισμού, διαδίδουν ότι συνειδητά οι κομμουνιστές δεν συναινούν σε διαρκείς, μαζικές, δυναμικές κινητοποιήσεις, έτσι ώστε να αφεθούν ασύδοτοι οι καπιταλιστές και να κάνουν τη ζωή του λαού κόλαση και έτσι, κάτω από μια τέτοια κατάσταση, να αυτοεκπληρωθεί η προφητεία του ΚΚΕ, ότι τίποτα δεν γίνεται μέσα στον καπιταλισμό. Τέτοια λέγονται και διαδίδονται που συνδυασμένα με διάφορες παραλλαγές και εκδοχές, κυκλοφορούν ανάμεσα στους εργαζόμενους που τους απογοητεύουν και τους κάνουν καχύποπτους και επιφυλακτικούς. Αυτή είναι και η μεγαλύτερη ζημιά που προκύπτει από μια τακτική αναμονής, μέχρι την ψήφιση των νέων αντεργατικών, αντιασφαλιστικών και φορομπηκτικών κυβερνητικών μέτρων, ανεξάρτητα από τη βασιμότητα ή μη των προαναφερόμενων και άλλων ανάλογων διαδόσεων. Είναι γεγονός πάντως, ότι, αντικειμενικά, μια τέτοια συνδικαλιστική στάση αναμονής για αγώνες όταν ψηφίζονται αντιλαϊκά μέτρα, όταν δηλ. είναι πια αργά, προσφέρεται για εκμετάλλευση από την κυβέρνηση, την διευκολύνει και της δίνει ακόμα τη δυνατότητα να έχει και το προβάδισμα στην πρωτοβουλία κινήσεων και στην τακτική της. Έτσι η κυβέρνηση, γνωρίζοντας ότι η 48ωρη απεργία θα γίνει στις μέρες κατάθεσης και ψήφισης του νομοσχεδίου στη βουλή, προφασιζόμενη ότι δίνει μάχες με το κουαρτέτο, τράβηξε τις συζητήσεις μαζί του και τις έφτασε παραμονές του Πάσχα. Καταθέτει λοιπόν το νομοσχέδιο στη βουλή την Παρασκευή το απόγευμα πριν τη μεγαλοβδομάδα και αρχίζει τη συζήτησή του στις αρμόδιες επιτροπές τη Μεγάλη Δευτέρα, σχεδιάζοντας να το τελειώσει μέσα στην πασχαλιά, έχοντας επίγνωση ότι πασχαλιάτικα η 48ωρη απεργία αλλά και άλλες κινητοποιήσεις είναι δύσκολο να γίνουν ή και αν γίνουν, με τα σημερινά δεδομένα θα είναι αποδυναμωμένες και θα έχουν μικρή απήχηση.

Οι εργαζόμενοι όμως θα πρέπει να παραμερίσουν όλους εκείνους που απεργάζονται τη διάλυση του συνδικαλιστικού κινήματος και πρώτα και κύρια τους σχεδιασμούς της κυβέρνησης που, κατ’ επιταγήν των εταίρων της στην ευρωπαϊκή ένωση, ετοιμάζει επέλαση στα εργασιακά δικαιώματα και στη λειτουργία του συνδικαλιστικού κινήματος. Ταυτόχρονα όμως θα πρέπει να παραμερίσουν τον παλιό και νέο κυβερνητικό και εργοδοτικό συνδικαλισμό που είναι συνένοχος για τον ευνουχισμό του συνδικαλιστικού κινήματος και για τον παροπλισμό του, ειδικά σε καθοριστικές για τα δίκαια των εργαζομένων στιγμές, όπως είναι οι σημερινές. Ανάλογα θα πρέπει να αναλάβει τις ευθύνες της και η ηγεσία και η καθοδήγηση του ΠΑΜΕ που οι αγκυλώσεις τους σε θεωρητικές απολυτότητες και μονομέρειες, τους οδηγούν σε ασυνάρτητες και επιζήμιες για το συνδικαλιστικό κίνημα και για τους εργαζόμενους τακτικές, όπως στην προκειμένη περίπτωση η σύμπραξή τους με τον εργοδοτικό και κυβερνητικό συνδικαλισμό στη απόφαση για τη 48ωρη απεργία της αναμονής που, αντικειμενικά, όπως αναλύθηκε παραπάνω και αποδείχνεται από τα γεγονότα, αποβαίνει επιζήμια για τους εργαζόμενους και για το συνδικαλιστικό κίνημα.

Λαμβάνοντας υπόψη όλα αυτά, είναι άμεση ανάγκη, η βάση των εργαζομένων, έστω και τώρα, ξεπερνώντας τις εγγενείς και αντικειμενικές μεγάλες δυσκολίες και υπερβαίνοντας τον εαυτό της, αυτήν τη 48ωρη απεργία να τη διασώσει, μετατρέποντας την σε πολυήμερο δυναμικό και αποτελεσματικό αγώνα, συνδυάζοντάς την με καθημερινές διαδηλώσεις και περικυκλώσεις της βουλής. Εκείνο που προέχει σήμερα είναι να μην ηττηθεί το κίνημα, να μην πεθάνει η ελπίδα. Και για να γίνει αυτό, το ασύνταχτο μέτωπο που εκ των πραγμάτων συσπειρώνεται ενάντια στη λογική των αντιλαϊκών μέτρων και στις αιτίες που τα γεννούν, είναι άμεση ανάγκη, να συνταχτεί οργανωτικά και να βαδίσει έναν συνεχή ανένδοτο αγώνα που θα ωριμάζει τις συνειδήσεις για γενικότερες και ριζικότερες φιλεργατικές κοινωνικοοικονομικές αλλαγές.

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας