Εργατικός Αγώνας

Αφιέρωμα του «Εργατικού Αγώνα» στη Μεγάλη Ελληνική Επανάσταση «Αντάρτης, κλέφτης, παλληκάρι – πάντα είν` ο ΄διος ο λαός»

Γράφει και επιλέγει κείμενα η Δώρα Μόσχου

Η Επανάσταση των Ελλήνων είναι μία από τις μεγαλύτερες επαναστάσεις όλων των εποχών. Για τον ιστορικό, αποτελεί το πρότυπο επαναστατικής διαδικασίας, με την οποία ένα έθνος χτίζει τον εαυτό του και την αυτογνωσία του και διεκδικεί τη χειραφέτηση του και τη συγκρότηση έθνους – κράτους. Για τους λαούς, αποτελεί το παράδειγμα που διδάσκει ότι, όταν οι αντικειμενικές συνθήκες είναι ώριμες και ο υποκειμενικός παράγοντας – οι μάζες που αγωνίζονται – αποφασισμένος για τις μεγαλύτερες θυσίες, ακόμα και οι πιο αρνητικοί συσχετισμοί δυνάμεων μπορούν να ανατραπούν.

Το ελληνικό έθνος διαμορφώνεται μέσα στις συνθήκες της κατάκτησης του ελλαδικού χώρου από δύο ξενικές δυνάμεις, τους οθωμανούς τούρκους και τους βενετούς. Με άλλους όρους, αλλά με την ίδια σκληρότητα, οι δυο επικυρίαρχοι θα αναμετρηθούν για αιώνες πάνω στο σώμα της Ελλάδας, θα λεηλατήσουν, θα επιβάλουν φεουδαρχικά δεσμά, θα εισπράξουν δεκάτες και χαράτσια, καταπιέζοντας και ματώνοντας το λαό.

Σ’ αυτές τις σκληρές συνθήκες χτίζεται ο νέος ελληνικός κόσμος: ένας κόσμος που διαμορφώνεται στο χώρο, στο δίπολο βουνό -νησί, εκεί όπου θα ανοίξουν οι εμπορικοί δρόμοι των ορεινών καραβανιών και οι άλλοι, οι θαλασσινοί, της Άσπρης και της Μαύρης Θάλασσας και του Ιόνιου Πελάγους. Κινείται όμως και μέσα στο χρόνο: θα αντλήσει την έμπνευση του για την οικοδόμηση της εθνικής του συνείδησης από τις αρχαίες μνήμες του χώρου που επάνω του ζει. Θα χρησιμοποιήσει σαν συνεκτικό κρίκο την ελληνική γλώσσα με το πλούσιο πολιτισμικό παρελθόν.

Κάπως έτσι χαράζει για τον ελληνικό κόσμο ο 19ος αιώνας: το τέλος του προηγούμενου, έχει σημαδευτεί ανεξίτηλα από τη μεγάλη γαλλική επανάσταση που, με τον πληβειακό ενθουσιασμό των λαϊκών μαζών γκρέμισε θρόνους και τυραννίες και φλόγισε όλους τους λαούς του κόσμου.

Τον επαναστατικό ενθουσιασμό ακολουθεί η ήττα των γιακωβίνων, της πιο ριζοσπαστικής μερίδας της επανάστασης∙ η προδοσία του Ναπολέοντα που ανακηρύσσεται αυτοκράτορας∙ η ήττα του στο Βατερλώ από τις πιο αντιδραστικές δυνάμεις της Ευρώπης, η παλινόρθωση της μοναρχίας στη Γαλλία και η ίδρυση της Ιεράς Συμμαχίας. «Όλα τάσκιαζε η φοβέρα – και τα πλάκωνε η σκλαβιά», θα γράψει ο Διονύσιος Σολωμός για να περιγράψει τη γενικευμένη νίκη της αντεπανάστασης που φαινόταν να καταδικάζει σε αποτυχία κάθε επαναστατικό κίνημα, κοινωνικό ή και εθνικοαπελευθερωτικό.

Κι όμως: «Το Αύριο εκτελεί ανεμπόδιστα τη δουλειά του και την εκτελεί από σήμερα.», όπως γράφει ο Βίκτωρ Ουγκώ. Οι κοινωνικές δυνάμεις που ωριμάζουν και απελευθερώνονται με τη Γαλλική Επανάσταση δεν έχουν πάψει να υπάρχουν και να δρουν συγκροτώντας νέα επαναστατικά κινήματα. Πρώτο ανάμεσα σε αυτά η μεγάλη επανάσταση των Ελλήνων. Πρωτοπόρος και πρωτομάρτυράς της, ένας μεγάλος επαναστάτης και διανοητής, συνεχιστής της γιακωβίνικης παράδοσης, πατριώτης και διεθνιστής, έλληνας και βαλκάνιος: ο Ρήγας Φεραίος που, με το «Θούριό» του καλεί όλους τους υπόδουλους λαούς να ξεσηκωθούν ενάντια στην οθωμανική τυραννία.

Η επανάσταση των Ελλήνων υπήρξε το πρώτο επαναστατικό γεγονός, μετά την ίδρυση της Ιεράς Συμμαχίας, που έδειξε από την αρχή ότι έχει τις προϋποθέσεις να εξελιχθεί νικηφόρα. Ιδεολογική πρωτοπορία της ήταν η αστική τάξη, επηρεασμένη από τα διδάγματα του γαλλικού διαφωτισμού. Ραχοκοκαλιά της όμως υπήρξε η αγροτιά: φτωχή και ακτήμων, μπήκε στην επανάσταση με «προίκα» την ένδεια και τον πληβειακό ενθουσιασμό της, το θάρρος και την απελπισία εκείνου που δεν έχει τίποτα να χάσει, αλλά μπορεί να κερδίσει τα πάντα. Το δικό της αίμα πότισε το δέντρο της ελευθερίας, ο δικός της αγώνας, αποκρυσταλλωμένος στα πρόσωπα της κλεφτουριάς και των καπεταναίων έχτισε το ελεύθερο ελληνικό κράτος και αποτυπώθηκε ως θρύλος στο λαϊκό υποσυνείδητο. Γράφει ο Δημήτρης Φωτιάδης:

«(…) Ένας και μόνος είναι ο μεγάλος ήρωας του Εικοσιένα, ο λαός. Το πότισε με το αίμα του και το ‘θρέψε με τις θυσίες του. Δίχως τ* ανώνυμα παληκάρια που σβάρνιζαν τα βουνά και τους λόγγους μην έχοντας μήτε παλιοτσάρουχα να βάλουνε στα πόδια τους, λευτεριά δε βλέπαμε. Αυτοί, οι ταπεινοί και ξεχασμένοι μας τη χάρισαν. Αυτούς λοιπόν ας στολίσουμε με το χρυσό στεφάνι της δόξας. Στη μνήμη αυτού, του άγνωστου ήρωα – που είναι και άντρας, και γυναίκα, και παιδί — ας στήσουμε το πιο λαμπρό άγαλμα της ευγνωμοσύνης μας».

Στο πλευρό της μεγάλης επανάστασης των Ελλήνων τάχθηκαν εξ αρχής οι λαοί και τα πιο ριζοσπαστικά πνεύματα της εποχής, διαμορφώνοντας ένα ισχυρό πολιτικό κίνημα με έντονα διεθνιστικά χαρακτηριστικά που, ακριβώς επειδή ο 19ος αιώνας είναι η εποχή της συγκρότησης της εθνικής ιδέας, πήγαινε ένα ιστορικό βήμα πιο μπροστά από τον καιρό του: ο φιλελληνισμός. Από την πατρίδα του ο καθένας, αλλά και πολλοί και στην ίδια τη μαχόμενη Ελλάδα, οι φιλέλληνες, διανοούμενοι, ή απλοί άνθρωποι αφιερωμένοι στην ιδέα της επανάστασης, της ανθρώπινης χειραφέτησης, όπως την όριζε η εποχή, αφιέρωσαν στην ελληνική υπόθεση το έργο τους, τη δράση τους, αλλά και τη ζωή και το αίμα τους.

Η Επανάσταση υπήρξε νικηφόρα. Πέτυχε το βασικό της σκοπό, την απελευθέρωση από τον οθωμανικό ζυγό και τη συγκρότηση του ελληνικού έθνους — κράτους. Και αυτό, παρά τον εντελώς αρνητικό διεθνή συσχετισμό δυνάμεων, πράγμα που και σήμερα ακόμα αποτελεί ελπιδοφόρο μήνυμα αντίστασης και νίκης για όλους τους λαούς. Ωστόσο, το μέλλον του νεοσύστατου κράτους ήταν εξ αρχής υπονομευμένο και υποθηκευμένο: τόσο από τις κυρίαρχες κοινωνικές τάξεις που προέκριναν το δικό τους στενό συμφέρον από το συμφέρον του έθνους, όσο και από τις μεγάλες δυνάμεις, κυρίως την Αγγλία. Μετά τη συγκρότηση του ελληνικού κράτους, επιβλήθηκε στην Ελλάδα μοναρχία – ένα πολίτευμα που ποτέ δεν θέλησαν οι επαναστατημένοι Έλληνες. Κι έτσι, από πολύ νωρίς, «στου Όθωνα τα χρόνια», φάνηκε ότι ο αγώνας του `21 άφησε πίσω του ανοιχτά ζητήματα και παρακαταθήκες για νέους αγώνες∙ τα προβλήματα της εξάρτησης και του δίκιου των λαϊκών στρωμάτων δεν έχουν βρεί ακόμα την ιστορική τους λύση.

Το σημαντικότερο και πάντα επίκαιρο δίδαγμα της Μεγάλης Επανάστασης των Ελλήνων είναι τούτο:: όταν οι λαοί είναι αποφασισμένοι να αγωνιστούν και να νικήσουν, τίποτε δεν μπορεί να στρεβλώσει και να αποτρέψει τις νομοτέλειες της ιστορίας. Η επανάσταση του “21, ανατρέποντας τους συσχετισμούς δυνάμεων και καταργώντας στην πράξη την Ιερά Συμμαχία, άνοιξε την πλατειά πύλη της ιστορίας, μέσα από την οποία πέρασαν τα επόμενα λαϊκά κινήματα, κοινωνικά και εθνικοαπελευθερωτικά. Γράφει, ως αποτίμηση για την ελληνική επανάσταση, η Παγκόσμια Ιστορία της Ακαδημίας Επιστημών της ΕΣΣΔ:

Η ελληνική επανάσταση είχε μεγάλη προοδευτική σημασία. Ήταν ένα αστικό επαναστατικό κίνημα εναντίον της φεουδαρχίας και της αντίδρασης. Από το άλλο μέρος, το κίνημα αυτό χτύπησε άμεσα την Ιερά Συμμαχία. Ως τότε, τα κράτη της Ιεράς Συμμαχίας ήτανε πάντοτε σύμφωνα. Έτσι κατόρθωσαν να συντρίψουν τα επαναστατικά κινήματα στην Ισπανία και την Ιταλία. Αλλά με την ελληνική επανάσταση ξέσπασαν ανάμεσά τους σοβαρές διαφωνίες. Οι διαφωνίες τους αυτές προέρχονταν από τις αντιθέσεις τους στο ανατολικό ζήτημα και ως ένα σημείο βοήθησαν να εξασθενίσει η αντιδραστική αυτή συμμαχία1.

Αυτά λοιπόν τα κινήματα που ακολούθησαν την ελληνική επανάσταση. κατέγραψαν νίκες, ήττες και τραγωδίες και ο απόηχος — αλλά και η επικαιρότητα τους — φτάνουν μέχρι τις μέρες μας, διδάσκοντας ότι ο μεγάλος πρωταγωνιστής στην επώδυνη πορεία της ανθρωπότητας προς την πραγματική ελευθερία, είναι πάντα ο λαός.

Κείμενα για την Ελληνική Επανάσταση

Α) Απόσπασμα από την «Ελληνική Νομαρχία» – Ανωνύμου του Έλληνος2

«Τί λέγουσι, λοιπόν, αυτοί οί βρωμεροί και χυδαιότατοι άνθρωποι; «Πώς είναι δυνατόν νά νικηθή εν τόσον μεγάλον βασίλειον; Ήμεϊς δεν ήμποροϋμεν νά κυβερνηθώμεν μόνοι μας. Που νά ενρωμεν ένα άλλον βασιλέα τόσον εϋσπλαγχνον, και τόσον καλόν; Τί είναι αυτή ή ελευθερία; Ή ελευθερία ούτε έστάθη, ούτε θέλει σταθή. Που νά χύσωμεν τόσον αίμα! Οί Οθωμανοί, ευθύς οπού καταλάβουν, ότι έχομεν τοιούτον σκοπόν, θέλουσι μάς αποκεφαλίσει όλους, ώς τόσα πρόβατα, και έστω ή έσχατη πλάνηχείρων της πρώτης… »

1 Η ιστορική αλήθεια πάντως είναι ότι οι διενέξεις που προέκυψαν μέσα στους κόλπους της Ιεράς Συμμαχίας, προκλήθηκαν από τη διαφοροποίηση της χώρας εκείνης που οι διπλωματικοί της εκπρόσωποι σήμερα δεν καλούνται στους εορτασμούς που θα γίνουν στις ελληνικές πρεσβείες και τα ελληνικά προξενεία, δηλαδή της Ρωσίας. Η Ρωσία ήταν που είχε τελείως διαφορετική πολιτική απέναντι στο ανατολικό ζήτημα και, παρά τον αυταρχικό και απολυταρχικό χαρακτήρα του καθεστώτος της, επέτρεψε την ανάπτυξη, στο έδαφός της, της Φιλικής Εταιρείας, κράτησε στάση ευμενούς ουδετερότητας στα πρώτα χρόνια της Επανάστασης και, με το Ρωσοτουρκικό Πόλεμο του 1829 και τη Συνθήκη της Αδριανούπολης οριστικοποίησε την ανεξαρτησία και τη σύσταση του πρώτου ελληνικού κράτους.

2 Μαχητικό κείμενο, στα πλαίσια του Νεοελληνικού Διαφωτισμού, που εκδόθηκε στο Λιβόρνο της Ιταλίας το 1806, αφιερωμένο στο Ρήγα Βελεστινλή. Ο συγγραφέας του θέλησε να παραμείνει ανώνυμος και η ιστορική και φιλολογική έρευνα δεν έχει καταφέρει ακόμα να τον ταυτοποιήσει. Εικάζεται ότι είχε σχέση με το κίνημα του καρμποναρισμού και επέλεξε την ανωνυμία για να ξεφύγει από τις αυστριακές αρχές που κατείχαν τη Βόρεια Ιταλία.

Ώ Έλληνες, μάθετε το διά πάντοτε, τά άρματα τής δικαιοσύνης είναι ανίκητα, και οί Οθωμανοί θέλουν φύγει άπ έμπροσθεν των αρματωμένων Ελλήνων. (…). Ένθυμηθήτε, τέλος πάντων, ότι ή άρχή τής νίκης είναι ή άνθίστασις, (…).

Διά την άγάπην της τιμής μας, στοχασθήτε το μέ προσοχήν. Μην σάς πλανήσουν τά ταξίματα των επιτροπών καί αποστολών τών ξένων βασιλειών. Αυτοί είναι τόσοι σκλάβοι, καί διά νά μετριάσουν την έντροπήν των, προσπαθούν νά αυξήσουν τον αριθμόν των. Αυτοί δεν προσκυνοΰσι, είμή τόν βασιλέα των καί τόνχρυσόν. Μην στοχάζεσθε, ώ αδελφοί μου, ότι κανείς άπό αυτούς θέλει θυσιάσει καί χρυσόν καί στρατιώτας, διά νά διώξη τόν όθωμανόν καί νά μάς άφήση έπειτα κάλλιον ένας σεισμός ή ένας κατακλυσμός νά μάς άφανίση όλους τους Έλληνας, παρά νά ύποκύψωμεν πλέον είς ξένον σκήπτρον.

Διατί, ώ Έλληνες αγαπητοί μου, νά προσμείνωμεν νά μας δανείση άλλος εκείνο, όπου ημείς έχομεν; Χίλιας φοράς περισσότερον αίμα ήθελεν έκχυθή, άν ήθελεν εισέλθει ξένον σπαθί είς τήν Ελλάδα, παρά άν ήθέλαμεν έλευθερωθή μόνοι μας. Μην σας δειλιάση προς τούτοις ή απειρία μας, άλλ’ Ιδατε τους Σέρβους (12). Ίδατε ένταυτφ τους νυν ναύταςτοϋ γένους μας, πώς, άγκαλά και αγράμματοι, ταξιδεύουν μέ μεγαλωτάτην εύκολίαν εις δλας τάς θάλασσας, μάλιστα δέ κάμνουσι μόνοι τους τά πλέον ωραιότατα και ταχύτερα καράβια.

Μήν στοχάζεσθε λοιπόν, ότι χρειάζονται αιώνες, δια νά καλλωπισθή τό γένος μας καθώς πρέπει. Ουχί, ώ Έλληνες! Τό νά έλευθερωθή καί νά καλλωπισθή είναι τό αυτό, και θέλει ακολουθήσει είς τον Ιδιον καιρόν. Μήν σας φοβίσουν τά μέσα, δ, τι λογής και άν είναι · αποβλέψατε μόνον εις τόχρηστόν τέλος. Ό καλός ναύτης ταξιδεύει μέ όλους τους άνεμους. Ούτως καί ό ελευθερωτής τής Ελλάδος, είς κάθε περίστασιν, όπου τό τυχόν διορίστ], ημπορεί πάντοτε νά διοικήσί] καλώς, ωσάν όπου δ σκοπός του είναι ένας, έν τό τέλος του, λέγω τό κοινόν όφελος.

Ώ Έλληνες! Οί ποταμοί αίματος τών συγγενών μας καί φίλων μας, οπού έχύθησαν άπό τό όθωμανικόν σπαθί, ζητονσιν έκδίκηστν. Τόσοι άλλοι, όπου μέλλουσι νά χυθή, ζητούν βοήθειαν. Άλλοίμονον λοιπόν είς τά απρόσεκτα πνεύματα, καί μακάριοι οί συνδρομηταί!»

Β) Αποσπάσματα από την προκήρυξη του Αλέξανδρου Υψηλάντη, αρχηγού της Φιλικής Εταιρείας, κατά την κήρυξη της Επανάστασης, στο Ιάσιο της Μολδοβλαχίας

«Η ώρα ήλθεν, ω Άνδρες Έλληνες! Πρό πολλού οι λαοί της Ευρώπης, πολεμούντες υπέρ των ιδίων Δικαιωμάτων και ελευθερίας αυτών, μας επροσκάλουν εις μίμησιν, αυτοί, καίτοι οπωσούν ελεύθεροι, επροσπάθησαν όλαις δυνάμεσι να αυξήσωσι την ελευθερίαν, και δι’ αυτής πάσαν αυτών την Ευδαιμονίαν.

Οι αδελφοί μας και φίλοι είναι πανταχού έτοιμοι, οι Σέρβοι, οι Σουλιώται, και όλη η Ηπειρος, οπλοφορούντες μας περιμένωσιν· ας ενωθώμεν λοιπόν με Ενθουσιασμόν! η Πατρίς μάς προσκαλεί!

Η Ευρώπη, προσηλώνουσα τους οφθαλμούς της εις ημάς, απορεί διά την ακινησίαν μας, ας αντηχήσωσι λοιπόν όλα τα Όρη τής Ελλάδος από τον Ήχον τής πολεμικής μας Σάλπιγγος, και αι κοιλάδες από την τρομεράν κλαγγήν των Αρμάτων μας. Η Ευρώπη θέλει θαυμάση τας ανδραγαθίας μας, οι δε τύραννοι ημών τρέμοντες και ωχροί θέλουσι φύγει απ’ έμπροσθέν μας.

Οι φωτισμένοι λαοί της Ευρώπης ενασχολούνται εις την αποκατάστασιν της ιδίας ευδαιμονίας· και πλήρεις ευγνωμοσύνης διά τας προς αυτούς των Προπατόρων μας ευεργεσίας, επιθυμούσι την ελευθερίαν της Ελλάδος.

Ημείς, φαινόμενοι άξιοι της προπατορικής αρετής και του παρόντος αιώνος, είμεθα Εύελπεις, να επιτύχωμεν την υπεράσπισιν αυτών και βοήθειαν· πολλοί εκ τούτων φιλελεύθεροι θέλουσιν έλθη, διά να συναγωνισθώσι με ημάς. Κινηθήτε, ω φίλοι, και θέλετε ιδή μίαν Κραταιάν δύναμιν να υπερασπισθή τα δίκαιά μας! Θέλετε ιδή και εξ αυτών των εχθρών μας πολλούς, οίτινες, παρακινούμενοι από την δικαίαν μας αιτίαν, να στρέψωσι τα Νώτα προς τον εχθρόν και να ενωθώσι με ημάς· ας παρρησιασθώσι με ειλικρινές φρόνημα, η Πατρίς θέλει τους εγκολπωθή! Ποίος λοιπόν εμποδίζει τους ανδρικούς σας Βραχίονας; ο άνανδρος εχθρός μας είναι ασθενής και αδύνατος. Οι στρατηγοί μας έμπειροι και όλοι οι ομογενείς γέμουσιν ενθουσιασμού! ενωθήτε λοιπόν, ω ανδρείοι και μεγαλόψυχοι Έλληνες! ας σχηματισθώσι φάλαγκες εθνικαί, ας εμφανισθώσι Πατριωτικαί λεγεώνες, και θέλετε ιδή τους παλαιούς εκείνους Κολοσσούς του δεσποτισμού να πέσωσιν εξ ιδίων, απέναντι των θριαμβευτικών μας Σημαίων! Εις την φωνήν της Σάλπιγκός μας όλα τα παράλια του Ιωνίου και Αιγέου πελάγους θέλουσιν αντηχήση· τα Ελληνικά πλοία, τα οποία εν καιρώ ειρήνης ήξεραν να εμπορεύωνται, και να πολεμώσι, θέλουσι σπείρη εις όλους τους λιμένας του τυράννου με το πυρ και την μάχαιραν, την φρίκην και τον θάνατον»…

(…)

«Ας καλέσωμεν λοιπόν εκ νέου, ω Ανδρείοι και μεγαλόψυχοι Έλληνες, την ελευθερίαν εις την κλασικήν γην της Ελλάδος! Ας συγκροτήσωμεν μάχην μεταξύ του Μαραθώνος και των Θερμοπυλών! Ας πολεμήσωμεν εις τους τάφους των Πατέρων μας, οι οποίοι, διά να μάς αφήσωσιν ελευθέρους, επολέμησαν και απέθανον εκεί! Το αίμα των τυράννων είναι δεκτόν εις την σκιάν τον Επαμεινώνδου Θηβαίου, και του Αθηναίου Θρασυβούλου, οίτινες κατετρόπωσαν τους τριάκοντα τυράννους, εις εκείνας του Αρμοδίου και Αριστογείτωνος, οι οποίοι συνέτριψαν τον Πεισιστρατικόν ζυγόν, εις εκείνην του Τιμολέοντος, όστις απεκατέστησε την ελευθερίαν εις την Κόρινθον και τας Συρακούσας, μάλιστα εις εκείνας τον Μιλτιάδου και Θεμιστοκλέους, του Λεωνίδου και των τριακοσίων, οίτινες κατέκοψαν τοσάκις τους αναριθμήτους στρατούς των βαρβάρων Περσών, των οποίων τους βαρβαροτέρους και ανανδροτέρους απογόνους πρόκειται εις ημάς σήμερον, με πολλά μικρόν κόπον, να εξαφανίσωμεν εξ ολοκλήρου.

Εις τα όπλα λοιπόν φίλοι η Πατρίς Μάς Προσκαλεί»!

Αλέξανδρος Υψηλάντης

Την 24ην Φεβρεαρίου 1821 Εις το γενικόν στρατόπεδον του Ιασίου

Γ) Ποίημα του μεγάλου ρώσου ποιητή και φιλέλληνα Αλεξάντρ Πούσκιν

ΣΕ ΜΙΑ ΠΙΣΤΗ ΓΡΑΙΚΙΑ

Πιστή Γραικιά μην τον θρηνείς! ΄Εχει σαν ήρωας πέσει

βόλι πικρό του χώρισε τα στήθια μεσ’ τη μέση…

Μην τον θρηνείς… Τάχατε συ δεν τού ‘δειξες το δρόμο

σαν κίνησε περήφανος μ’ όπλο βαρύ στον ώμο

και του ‘πες με μελωδική φωνή: «Μπροστά σου νάτος

ανοίγει ο δρόμος της τιμής από θυσίες γιομάτος»;

– Σ’ αποχαιρέτησε σεμνά κι αμίλητα ο καλός σου

ξέροντας πως παντοτεινός θαν’ ο αποχωρισμός σου…

Αλαφροχάιδεψε μ’ ευχή το τρυφερό βλαστάρι

των σπλάγχνων του, που κράταγες στον κόρφο με καμάρι!…

– Κι όταν στητή μαστίγωσε τον άνεμο η παντιέρα

της λευτεριάς η ολόμαυρη κι έφτασε η τίμια μέρα

καθώς ο Αριστογείτονας μυρτιάς κλαδί είχε δέσει

στην ατσαλένια σπάθα του, που κρέμασε στη μέση.

Ετσι κι αυτός, απόμεινε στη μάχη: Ένας γενναίος

για το που δεν ορίζεται και δε μετριέται χρέος!…

Δ) Απόσπασμα από τα «Απομνημονεύματα» του Στρατηγού Μακρυγιάννη. Ο στρατηγός διεκτραγωδεί τα πάθη των αγωνιστών επί Βαυαροκρατίας στο Μήτρο Ντεληγιώργη και τον μυεί στη συνταγματική επανάσταση

(…)Γιομίζω δυο κούπες κρασί, του λέγω «Να το πιούμεν εις συχώριον εκείνων οπού σκοτώθηκαν δια την πατρίδα παράγωρα κι άφησαν χήρες γυναίκες κι αρφανά παιδιά οι γριές των σκοτωμένων διακονεύουν, οι νιες -στανικώς τους πατούνε την τιμή τους όσοι αγωνισταί μείναν, οι περισσότεροι νηστικοί και δυστυχισμένοι, μην υποφέρνοντας την δυστυχίαν πάνε ληστάί και τους πιάνει η δικαιοσύνη με την δύναμη της, βάνει την τζελατίνα και τους κόβει. Και γιομάτες οι φυλακές του Κράτους. Πιε, του λέγω, είναι δια την τζελατίνα και παλούκι των αγωνιστών, εκείνων οπού τους αδικούνε και χάθηκαν, το άνθος της πατρίδος! (…)Και μας έστειλαν ‘πιτροπή εσένα κ εμένα να οργανίσουμε τους αγωνιστάς -και να τους δώσουμε μιστόν δώδεκα γρόσια; Τι θα το ‘κανε αυτό το μισό τάλλαρο εκείνος ο καταπληγωμένος αγωνιστής αυτός να ντυθή, η γυναίκα ή τα παιδιά του ή οι γέροι οι γονέοι του; Δια τους αγωνιστάς και χήρες κι αρφανά και δια κείνους οπού θυσίασαν το εδικό-τους εις τον αγώνα της πατρίδος, και ήτον νοικοκυραίοι και τώρα είναι διακονιαραίοι, δεν έχει ψωμί η πατρίδα δΐ αυτούς όλους, είναι φτωχή, και δια τον Αρμασπέρη έχει, οπού ρθε ψωργιασμένος κόντης κ έφυγε μ ένα-μιλλιούνι τάλλαρα κι αγόρασε εις την πατρίδα τον έναν τόπον και τον έβγαλε Ελλάς και μοντζώνει εμάς τους ανόητους Έλληνες αυτός και οι άλλοι οι Μπαυαρέζοι και οι φίλοι τους οι εδικοί μας; Που ναι τόσα μιλλιούνια δάνεια, που είναι οι πρόσοδοι, που ναι οι καλύτερες γες, που ‘ναι οι μύλοι, που ναι τ αργαστήρια των Τούρκων και σπίτια, που είναι τα περιβόλια και οι σταφιδότοποι; Ποιος τα ‘χει παρμένα; Ο Αρμασπέρης με τους άλλους Μπαυαρέζους έδιναν των δικών μας των χαραμοταϊσμένων αυτά όλα και τους στράβωναν, κι αυτείνοι πήραν τα χρήματα και τα παίρνουν ολοένα. «Ποιους θα επιστηρΐξης εδώ οπού ‘ρθες και ποιους θα προδώσης; Που το τζάκισες αυτό το χέρι; – Στο Μισολόγγι, μου λέγει. -Που το τζάκισα εγώ αυτό; – Στους Μύλους του Αναπλιού. -Αιατί τα τζακίσαμεν; -Δια την λευτεριά της πατρίδος. -Που \αι η λευτεριά και η δικαιοσύνη; Σήκου απάνου!» Τον παίρνω και πάμεν και τον ορκίζω. Του παρουσιάζω και τον όρκον και τον διάβασε και τον υπόγραψε ο αγαθός και γενναίος πατριώτης».

Σημείωμα του «Εργατικού Αγώνα»: 100 χρόνια μετά, ο Γιάννης Ρίτσος, μιλώντας για τις νέες εποποιίες και τις νέες τραγωδίες του λαού μας, θα γράψει: «Ο Μακρυγιάννης ορκίζει στο σπαθί του τις γειτονιές του κόσμου». Και θα προειδοποιήσει τους ισχυρούς της γης «να φοβούνται το σπαθί και τον όρκο του Μακρυγιάννη».

 

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας