Εργατικός Αγώνας

Ορισμένες σκέψεις γύρω από το ζήτημα του γάμου και της τεκνοθεσίας των ομόφυλων ζευγαριών

Γράφει η Δώρα Μόσχου

Το παρόν άρθρο δεν αποτελεί μια συλλογική, ολοκληρωμένη επεξεργασία του «Εργατικού Αγώνα» πάνω στα ζητήματα που αναφέρονται στον τίτλο. Είναι περισσότερο μια κατάθεση των προβληματισμών της γράφουσας, η οποία θα μπορούσε, θαρρώ, να αποτελέσει τη βάση για μια ευρύτερη αλλά και βαθύτερη συζήτηση, ενόψει και του νομοσχεδίου που αναμένεται να κατατεθεί στο ελληνικό κοινοβούλιο.

Τα θέματα τα οποία θίγονται δεν είναι καθόλου απλά. Οι κομμουνιστές/κομμουνίστριες δεν μπορεί να αντιτίθενται στην κατοχύρωση της ισονομίας και της ισοπολιτείας για τις επιμέρους συλλογικότητες που συναπαρτίζουν μια κοινωνία. Τίθεται όμως ένα μεγάλο ερώτημα και όχι μόνο για το γάμο και την τεκνοθεσία των ομόφυλων ζευγαριών, αλλά και άλλα, μείζονα ζητήματα: αναφέρω ενδεικτικά το δικαίωμα του «αυτοπροσδιορισμού»‧ ή ακόμα τη σύγκρουση ανάμεσα στη γυναικεία ισοτιμία και στους περιορισμούς που επιβάλλονται στη γυναίκα από καθεστώτα ή πολιτικοθρησκευτικούς χώρους που μπορούν να λειτουργήσουν ως σύμμαχοι σε ένα αντιϊμπεριαλιστικό μέτωπο. Το ερώτημα είναι τούτο: τα ανθρώπινα δικαιώματα εκλαμβάνονται ως δικαιώματα ατόμων – μονάδων, ή  (πρέπει να) εντάσσονται μέσα σε ένα γενικότερο πλαίσιο αμφισβήτησης και ανατροπής, σε ένα κίνημα κάτω από την ηγεμονία της εργατικής τάξης;

Θέτοντας αυτό το αρχικό ερώτημα, προχωρώ στην έκθεση ορισμένων πλευρών που ευελπιστώ να φωτίσουν ορισμένες πλευρές του υπό συζήτηση θέματος.

Α) Η έννοια της οικογένειας: ο σπουδαίος Φρίντριχ Ένγκελς μας  έχει διδάξει ότι η οικογένεια, ιστορικά, έχει γνωρίσει πάρα πολλές και διαφορετικές μορφές, το ίδιο και η έννοια της γονεϊκότητας (πατρότητας – μητρότητας). Για παράδειγμα, στη χαραυγή της ανθρωπότητας, μια ολόκληρη γενιά ανθρώπων ήταν σύζυγοι και αδέρφια μεταξύ τους και συλλογικοί γονείς της επόμενης γενιάς. Αυτό αντανακλάται στην ελληνική μυθολογία με τη σχέση ανάμεσα στους θεούς του Ολύμπου. Στη κυρίαρχη σημερινή μορφή της οικογένειας, η ανθρωπότητα κατέληξε μετά από μια διαδοχική σειρά αποκλεισμών από το ζευγάρωμα. Αυτή η κατάληξη έχει μια οργανική σύνδεση με τη δημιουργία της ατομικής ιδιοκτησίας, την καθυπόταξη της γυναίκας και τη δημιουργία των ταξικών κοινωνιών και του κράτους.

Β) Η μητρότητα: είναι οπωσδήποτε μια βιολογική κατάσταση, για την οποία η φύση έχει εξοπλίσει το θηλυκό με ιδιαίτερες αντοχές (ιδιαίτερα στα θηλαστικά) για να μπορεί να ανταπεξέλθει στη διαδικασία της κύησης, του θηλασμού και της προστασίας του νεογέννητου. Ωστόσο, ο άνθρωπος δεν είναι μόνο βιολογία, αλλά και κοινωνία. Ακόμα και στην ίδια τη φύση, έχουμε μητέρες που απορρίπτουν τα νεογνά τους. Στις ανθρώπινες κοινωνίες, η έννοια της μητρότητας δεν ήταν πάντα αντιληπτή με τον ίδιο τρόπο, ούτε περιβαλλόταν πάντα από ένα φωτοστέφανο αγιότητας. Για να καταφύγουμε πάλι στους ελληνικούς μύθους: στην ιστορία του Μελέαγρου, που σκότωσε μαζί με τα αδέρφια της μάνας του τον Καλυδώνιο κάπρο, διεκδίκησε τα εύσημα για το κατόρθωμά του και τσακώθηκε με τους θείους του, η μάνα του πήρε το μέρος των αδελφών της και σκότωσε το γιό της. Η Αντιγόνη λέει: «αν είχα παιδί και μου πέθαινε, θα γεννούσα άλλο … αλλά μου πέθανε αδελφός και δε ζουν η μάνα κι ο πατέρας μου για να μου γεννήσουν άλλο». Αυτά όλα είναι κατάλοιπα της κοινωνίας των γενών, όπου προτεραιότητα είχε η »οικογένεια» προέλευσης και όχι η σχέση άντρας – γυναίκα – παιδί.

Ο καθαγιασμός της μητρότητας, θαρρώ, είναι κυρίως απόρροια των κοινωνικών συνθηκών που γέννησαν το χριστιανισμό, ο οποίος προάγει κυρίως την αποκλειστική σχέση άνδρα – γυναίκας με σκοπό την τεκνοποίηση (αν και μια από τις εμβληματικότερες μορφές του συλλαμβάνει και γεννά χωρίς ερωτική επαφή).

Σε κάθε περίπτωση, πέρα από το αναμφισβήτητο βιολογικό υπόβαθρο, η μητρότητα είναι και μια μορφή κοινωνικής συνείδησης, η οποία είναι και ανώτερη από το βιολογικό δεσμό που αναπτύσσεται ανάμεσα στη μάνα και το κυοφορούμενο έμβρυο. Είναι δηλαδή η δυνατότητα (;) – ικανότητα (;) που μπορεί να έχει μια γυναίκα να θεωρεί παιδιά της όλα τα παιδιά του κόσμου και να παλεύει γι` αυτά. Η λογοτεχνική αποτύπωση αυτής της μορφής κοινωνικής συνείδησης, είναι η «Μάνα» του Γκόρκι, είναι η μάνα που θρηνεί στον «Επιτάφιο».

Σ` αυτό το σημείο, αναρωτιέμαι: μια τέτοια μορφή κοινωνικής συνείδησης, ας την ονομάσουμε «πατρότητα» ή «πατρικότητα», για να συνεννοηθούμε, μπορεί να αναπτυχθεί στον άνδρα; Προσωπικά, πιστεύω πως μπορεί. Και εδώ είναι που υπεισέρχεται το ζήτημα της «κοινωνικής κατασκευής» του φύλου. Όχι με την έννοια που την παρουσιάζουν οι ακραίοι δικαιωματιστές, οι οποίοι αγνοούν τελείως τις υλικές πραγματικότητες (ούτε λίγο ούτε πολύ ισχυρίζονται ότι «είσαι ό,τι γουστάρεις» ή ότι η κοινωνία σε κάνει άνδρα ή γυναίκα), αλλά με την έννοια των κοινωνικά προκαθορισμένων ρόλων: ο άνδρας στο ρόλο του θεού (απόμακρος, κριτής, αυστηρός αλλά δίκαιος) η μάνα στο ρόλο της παναγίας (γλυκιά, υποστηρικτική, προστατευτική, μεσολαβητική).

Γ) Μερικές σκέψεις για την ομοφυλοφιλία:  Πρόκειται για μια πανάρχαιη εκδοχή της ανθρώπινης σεξουαλικότητας. Επίσης απαντάται και στο ζωικό βασίλειο. Εδώ και πολλές δεκαετίες, έχει πάψει – και ορθώς – να χαρακτηρίζεται ως διαστροφή. Σε κοινωνίες του παρελθόντος, δεν ήταν απλά αποδεκτή αλλά γενικευμένη, ενδεχομένως και κυρίαρχη πρακτική. Να ανατρέξουμε πάλι στους «αρχαίους ημών»: έτσι κι αλλιώς, σε όλες τις πρωτόγονες ινδοευρωπαϊκές κοινωνίες, η ανδρική ομοφυλοφιλία ήταν ένας τρόπος μύησης του νέου άνδρα στις διαδικασίες της κοινότητας και, αργότερα, της πόλης. Ιδιαίτερα στην αρχαία Αθήνα, η ανδρική ομοφυλοφιλία ήταν ένα στάδιο της διαπαιδαγώγησης του νεαρού αθηναίου πολίτη. Ήταν όμως κι ένας τρόπος ελέγχου των γεννήσεων, αλλά και μια σαφής υποδήλωση της γενικευμένης αντίληψης ότι η γυναίκα είναι πλάσμα κατώτερο βιολογικά και πνευματικά, άρα μη ερωτεύσιμο. Αυτή την «αριστοκρατική» – και βαθιά ανδροκρατική, για να χρησιμοποιήσω έναν όρο που δεν ανήκει πάντως στο μαρξιστικό λεξιλόγιο – αντίληψη, μαζί με στοιχεία βαθιάς ταξικής υπεροψίας, βρήκα στην άθλια δήλωση Κασσελάκη περί «κατασκευής» δυο αγοριών με παρένθετη μητέρα.

Και πάλι ο χριστιανισμός, απαξιώνοντας εντελώς τις υλικές απολαύσεις και κυρίως το σεξ, βρίσκεται στη βάση της πλήρους απαξίωσης της ομοφυλοφιλίας. Αλλά επειδή πρέπει πάντα να αναζητάμε την υλική βάση των πραγμάτων, κάνω την ακόλουθη σκέψη: η δουλοκτητική αρχαιότητα χαρακτηριζόταν από κοινωνίες που επεδίωκαν την ολιγανθρωπία, διότι ο φτωχός, μη δουλικός πληθυσμός δεν μπορούσε να βρει εύκολα δουλειά, οπότε ή λιμοκτονούσε (οι αρχαίες ελληνικές πόλεις έλυναν το ζήτημα με τους αποικισμούς, αλλά ακόμα και με τρόπους όπως η παιδοκτονία) ή ζούσε παρασιτικά σε βάρος της πόλης, όπως συνέβαινε στη Ρώμη. Αντίθετα, στις αγροτικές κοινωνίες του Μεσαίωνα, όπου ο άμεσος παραγωγός είναι οιονεί ιδιοκτήτης, χρειάζονταν πολλά εργατικά χέρια για τις αγροτικές εργασίες. Άρα, η τεκνοποίηση είναι το πρώτο καθήκον και μέλημα και για τις υπάλληλες τάξεις, αλλά και για την κυρίαρχη, ώστε να διασφαλιστεί η συνέχιση της ιδιοκτησίας.

Η ομοφυλοφιλία είναι λοιπόν μια εκδοχή της ανθρώπινης σεξουαλικότητας που καθόλου δεν πρέπει να συνδέεται με καταστάσεις όπως η παιδεραστία (στην πραγματικότητα παιδοβιασμός), διότι προϋποθέτει τη συναίνεση εμφρόνων ενηλίκων. Το αν ένα μέρος των ομοφυλοφίλων (αν και δεν έχω υπ` όψη μου αντίστοιχες στατιστικές) παρουσιάζει μια αποκλίνουσα ή σκανδαλιστική για τα «χρηστά» μας ήθη συμπεριφορά, θεωρώ ότι ανάγεται στην αναγκαιότητα μιας κοινωνικής ομάδας που διατελεί χρόνια υπό διωγμό, να ορίσει και να δικαιώσει τον εαυτό της, τονίζοντας όσο περισσότερο γίνεται τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της. Κάθε ομοφυλόφιλος άνθρωπος πρέπει να κρίνεται καθεαυτός, στο σύνολο της ύπαρξής του και όχι στη βάση του σεξουαλικού του προσανατολισμού. (Δεν θα ήθελα – και δεν μπορώ γιατί δεν έχω τις κατάλληλες ιατρικές και ψυχολογικές γνώσεις – να επεκταθώ σε ζητήματα όπως η παρενδυσία ή η δυσφορία φύλου. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, νομίζω ότι παρεμβαίνει ούτως ή άλλως η ιατρική, με τη διαδικασία της διόρθωσης φύλου).

Δ) Γονεϊκότητα και σύγχρονες μορφές οικογένειας: Αν και το γενικό σχήμα της κοσμοθεωρίας μας είναι ότι το εποικοδόμημα είναι πιο ανθεκτικό από τη βάση, τίποτα στην ανθρώπινη ιστορία δε λειτουργεί μονοσήμαντα. Είναι βέβαιο ότι στο μέλλον η κυρίαρχη σήμερα μορφή της οικογένειας θα μεταβληθεί. Όμως, οι συνθήκες ζωής και μέσα στα ταξικά συστήματα (στον καπιταλισμό εν προκειμένω) έχουν διαμορφώσει νέα οικογενειακά σχήματα. Από τη διευρυμένη οικογένεια της φεουδαρχίας (στην αγροτική Κέρκυρα του 18ου αι. έχουμε συγκατοίκηση 20 ατόμων μέσα στο ίδιο – πλούσιο – αγροτικό νοικοκυριό), περνώντας στο κλασικό οικογενειακό σχήμα του αναγνωστηρίου της Α` Δημοτικιύ (πατέρας – μάνα – τρία παιδιά – γιαγιά) έχουμε φτάσει στο ζευγάρι με ένα ή δύο παιδιά, κάποτε, αλλά όχι πάντα, ειδικά στην Ελλάδα, με χαλαρότερους δεσμούς με τους ανιόντες συγγενείς. Τα διαζύγια έχουν αυξηθεί ραγδαία τα τελευταία χρόνια, κάτι που, σε ένα βαθμό, είναι δείγμα υγείας‧ υπάρχουν ακόμα οι κατ` επιλογή ή από ανάγκη μονογονεϊκές οικογένειες. Υπάρχει επομένως μια πολλαπλότητα οικογενειακών μορφών.

Ακόμα: αν δούμε λίγο έξω από τους κοινωνικούς ρόλους των φύλων – ρόλους που διαμόρφωσαν τα ταξικά κοινωνικά συστήματα – η αγάπη, η στοργή, η μέριμνα, η φροντίδα για το παιδί δεν μπορεί και δεν πρέπει να είναι αποκλειστικά προνόμιο ή και υποχρέωση της γυναίκας. Εκτός από το θηλασμό – που επίσης δεν είναι δυνατός για όλες τις μητέρες – δεν υπάρχει κάτι άλλο που να μη μπορεί να προσφέρει ένας πατέρας στο παιδί του. Η πατρότητα και η μητρότητα σαφώς υπάρχουν και δεν καταργούνται, αλλά ο όρος «γονεϊκότητα» καλύπτει, θαρρώ, και τις δυο αυτές αποχρώσεις: μπορεί να αφορά άτομα οποιουδήποτε φύλου, φτάνει τα ίδια και η μεταξύ τους σχέση να είναι ισορροπημένη και να διασφαλίζει ένα σταθερό περιβάλλον στο οποίο θα ανατραφεί το παιδί.

Ε) Τι λέμε λοιπόν για το γάμο και την τεκνοθεσία των ομόφυλων ζευγαριών:  είναι, κατά τη γνώμη μου, πέρα για πέρα απαραίτητο, να υπάρχει ένα νομικό πλαίσιο που να κατοχυρώνει τη συντροφική σχέση δυο ατόμων του ίδιου φύλου (εν μέρει, αυτό διασφαλίζεται με το σύμφωνο συμβίωσης).

Ως προς την τεκνοθεσία, θαρρώ – και εδώ καταθέτω την προσωπική μου άποψη – ότι ένα ομόφυλο ζευγάρι μπορεί να είναι θαυμάσιοι γονείς, όχι λιγότερο από πολλά ετερόφυλα – που είναι μάλιστα και βιολογικοί γονείς. Οπωσδήποτε, θα πρέπει να υπάρχει ένα νομοθετικό πλαίσιο που να διευκολύνει τις υιοθεσίες, μεριμνώντας βέβαια ώστε το οικογενειακό περιβάλλον που θα μεγαλώσει το παιδί να είναι ισορροπημένο και ασφαλές – αυτό βέβαια ισχύει και για ομόφυλα αλλά και για ετερόφυλα ζευγάρια. Τώρα, το αν η σεξουαλικότητα των γονιών επηρεάσει τη σεξουαλικότητα του παιδιού, θα μου επιτρέψετε να θεωρήσω το επιχείρημα αστείο. Η συντριπτική πλειοψηφία των ομοφυλόφιλων σε ετεροφυλόφιλες οικογένειες έχει μεγαλώσει…

Υπάρχει βέβαια και το ζήτημα της κοινωνικής αποδοχής. Δε θα ισχυριστώ πως εδώ τα πράγματα είναι εύκολα, όμως, η ίδια η ζωή δίνει πολλές φορές απαντήσεις σε τέτοιες καταστάσεις, και ένα υποστηρικτικό νομικό πλαίσιο βοηθά πολύ σ` αυτή την κατεύθυνση. Σκεφτείτε ότι κάποτε ήταν δακτυλοδεικτούμενα τα παιδιά «αγνώστου πατρός» ή τα παιδιά χωρισμένων γονιών…

ΣΤ) Για το ζήτημα της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής: εδώ έχουμε το μεγάλο αγκάθι. Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι αυτό της παρένθετης μητρότητας. Η πρακτική αυτή,  της παρένθετης μητέρας (αλλά, σε ένα βαθμό, και των τραπεζών σπέρματος) έχει 3 πλευρές: α) την οικονομική: είναι υπόθεση πλουσίων, ενώ γυναίκες από φτωχές κυρίως χώρες ή φτωχά λαϊκά στρώματα μπαίνουν σε δουλεμπορικά κυκλώματα για να ικανοποιήσουν την έπαρση και την αλαζονεία (ενίοτε με ταξικό πρόσημο) όσων θέλουν να διαιωνίσουν τα γονίδιά τους‧ β) την ηθική – πολιτική: ανοίγει ο δρόμος για παραγγελία παιδιών είτε ως προς το φύλο είτε ως προς τα χρώματα είτε ως προς οποιαδήποτε άλλα χαρακτηριστικά και γ) τη συναισθηματική: κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει την ανάπτυξη συναισθημάτων από την  παρένθετη μητέρα απέναντι στο έμβρυο που κυοφορεί. Και εδώ θέλω να θέσω ένα ζήτημα που δεν έχει ειπωθεί ανοιχτά στο δημόσιο διάλογο: στην περίπτωση ζευγαριού ομοφυλόφιλων ανδρών, η παρένθετη δεν είναι παρένθετη, αλλά βιολογική μητέρα, διότι προφανώς θα συνεισφέρει τα δικά της ωάρια, πράγμα που ενισχύει την πιθανότητα συναισθηματικού δεσίματος με το παιδί. Η γυναίκα λοιπόν, σε αυτή την περίπτωση, χρησιμεύει απλώς σαν υποδοχέας, σαν αναπαραγωγική μηχανή – για ό,τι δηλαδή ακριβώς κατηγορούν οι κλασικές φεμινίστριες τις ανδροκρατικές κοινωνίες…

Σε κάθε περίπτωση, η εγκυμοσύνη είναι μια δύσκολη, κάποτε επώδυνη και όχι λίγες φορές επικίνδυνη περίοδος για τη γυναίκα, κάτι που επίσης πρέπει να συνυπολογιστεί στην εκτίμησή μας για την παρενθετότητα.

Σε ένα ζευγάρι γυναικών βέβαια τα πράγματα είναι διαφορετικά: συνήθως επιλέγει να κυοφορήσει και να γεννήσει η μια από τις δυο, με δότη σπέρματος. Ο δότης σπέρματος είναι μια πρακτική που ακολουθείται και από μόνες γυναίκες που θέλουν να γίνουν μητέρες. Πέρα από το γεγονός ότι αυτή η πρακτική αυτή είναι απόλυτα ψυχρή, άχαρη και απρόσωπη υπάρχει και ο κίνδυνος διολίσθησης στην ευγονική, (να επιλέγεται δηλαδή ο δότης με βάση βιολογικά χαρακτηριστικά) αλλά και ένας ακόμα: τί θα συμβεί αν δυο παιδιά που προέρχονται από τον ίδιο δότη σπέρματος, γνωριστούν και αποκτήσουν ερωτική σχέση; Υπάρχει – ή μπορεί να υπάρξει – κάποια πρόνοια πάνω σε αυτό;

Τούτων δοθέντων, ωστόσο, και αφού με σαφήνεια αποκλείσουμε την παρενθετότητα, νομίζω ότι πρέπει να μην είμαστε αρνητικοί στην τεκνοθεσία από ομόφυλα ζευγάρια. Για έναν ακόμη λόγο: σήμερα, στα παιδιά των ομόφυλων ζευγαριών, ο ένας μόνο λογίζεται ως γονέας για το παιδί (ένας μόνος μπορεί να προχωρήσει σε τεκνοθεσία, ή μπορεί να υπάρχει βιολογικό παιδί από ετερόφυλη σχέση). Αν αυτός ο γονιός πάθει κάτι, το παιδί μένει μετέωρο, διότι δεν του αναγνωρίζεται καμμιά νομική σχέση με τον άνθρωπο που γνωρίζει ως φροντιστή – κηδεμόνα – γονιό του.

Ζ) Γιατί τώρα: θέλω να καταθέσω ορισμένες σκέψεις σχετικά με το χρόνο που έρχεται το νομοσχέδιο. Δεν εννοώ μόνο την τρέχουσα συγκυρία. Το φέρνει στο κοινοβούλιο μια κυβέρνηση η οποία σε κανένα τομέα δε φημίζεται για την προοδευτικότητά της. Προφανώς είναι αποτέλεσμα πιέσεων και από την ΕΕ, σε πολλές χώρες της οποίας υπάρχουν ή προωθούνται ανάλογα νομοθετήματα. Άρα, ο καπιταλισμός αποδέχεται μια «ριζοσπαστική» οικογενειακή και κοινωνική συνθήκη;

Δυστυχώς, στις παρυφές μας, μέσα στις γραμμές του κομμουνιστικού κινήματος, εμφιλοχωρούν και απόψεις που καλό θα ήταν να παραμείνουν στο παπαδαριό, την ακροδεξιά και τους συνωμοσιολόγους: ότι οι κυρίαρχες τάξεις επιδιώκουν τη δημιουργία ενός κοινωνικού πολτού, χωρίς ταυτότητα, άβουλου που μπορεί εύκολα να γίνει υποχείριο στους σχεδιασμούς τους. Θα έλεγα να μην είμαστε τόσο σχηματικοί και απλοϊκοί στις αναλύσεις μας. Θα επιχειρήσω μια προσέγγιση του φαινομένου «αποδοχής του διαφορετικού» που κυριαρχεί ως επίσημη θέση στο δημόσιο λόγο, βάζοντας δυο πλευρές:

– Ο μέγας Πιερ Πάολο Παζολίνι (ομοφυλόφιλος και κομμουνιστής) έγραφε κάποτε ότι ένας από τους λόγους που οι καπιταλιστικές κοινωνίες περιθωριοποιούν, χλευάζουν, διώκουν κλπ. τους ομοφυλόφιλους είναι το γεγονός ότι δεν κινητοποιούν την αγορά: δεν παντρεύονται, δεν «ανοίγουν σπιτικό», δεν αγοράζουν σπίτια, έπιπλα, οικιακές συσκευές για να στήσουν το νοικοκυριό τους, δεν παίρνουν νυφικά και γαμπριάτικα, δεν κάνουν γλέντια γάμου. Ο καπιταλισμός όμως χαζός δεν είναι: αποδέχεται τη δική τους συνθήκη, τους προσφέρει απλόχερα όλα τα παραπάνω και βγάζει κι ο ίδιος λεφτά σε μια συμφωνία win – win. Αντί να τους περιθωριοποιεί, τους εντάσσει στο σύστημα και στις λειτουργίες του.

– Οι κυρίαρχες τάξεις μπολιάζουν τα επί μέρους κινήματα (ειδικά αυτά που αφορούν τα ανθρώπινα δικαιώματα) με τη δικιά τους ιδεολογία, αποσπώντας τα επί μέρους αιτήματα από το συνολικότερο αίτημα για γενικότερες αλλαγές, ή ακόμα και για την ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος. Παράδειγμα: μπορεί η άρχουσα τάξη να φαίνεται ότι στηρίζει αναφανδόν το αίτημα για την τεκνοθεσία από ομόφυλα ζευγάρια. Αν το ζήτημα πάει στην ύπαρξη βρεφικών και παιδικών σταθμών, γενικότερα στη δημόσια μέριμνα, για ΟΛΑ τα παιδιά, κάθε τύπου οικογένειας, ποια θα είναι η θέση της τάξης και των φορέων της;

Η) Τι λέμε – τι κάνουμε: Θαρρώ ότι για μια κομμουνιστική οργάνωση τα δυο ζητήματα που έθεσα παραπάνω δεν μπορεί να είναι λόγος άρνησης σε μια νομοθετική ρύθμιση που θα διευκολύνει τη ζωή πολλών συμπολιτών – συνανθρώπων μας, χωρίς να θίγει τα συμφέροντα της τάξης μας‧ ίσα – ίσα που μπορεί να της εξασφαλίσει συμμάχους. Εμάς, χρέος μας είναι να διευρύνουμε τα αιτήματα που σχετίζονται με τις οικογενειακές δομές, εισάγοντας προτάσεις που θα στοχεύουν στην ενίσχυση της δημόσιας μέριμνας απέναντι στη γονεϊκότητα και την προστασία του παιδιού. Πιστεύω δε ότι θα πρέπει να ενισχυθεί ο προπαγανδιστικός μας λόγος απέναντι στις επιμέρους ομάδες, καταδεικνύοντας ότι αυτά τα ζητήματα επιλύονται οριστικά μέσα σε μια κοινωνία με άλλες οικονομικές και κοινωνικές δομές, μια κοινωνία σοσιαλιστική. Το πρώτο καθήκον μιας τέτοιας κοινωνίας θα είναι να αφαιρέσει οποιαδήποτε υλική συναλλαγή από τις ανθρώπινες σχέσεις. Υπάρχει πλούσια πείρα – θετική και αρνητική – από την οικοδόμηση του σοσιαλισμού που γνωρίσαμε. Ας την αξιοποιήσουμε και ας έχουμε κατά νου ότι τα νοικοκυριά του μέλλοντος θα είναι διαφορετικά από αυτά που γνωρίσαμε: ενδεχομένως, πιο διευρυμένα, πιο συνεργατικά, πιο αλληλέγγυα.

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας